Δευτέρα, Δεκεμβρίου 28, 2009

Γιατί τα Χριστούγεννα του σήμερα είναι καλύτερα από αυτά του χθες

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 25, 2009

«Κάρολος Ντίκενς και "κουλτούρα των χριστουγέννων" (τι δεν ήταν ο Εμπενίζερ Σκρουτζ)»

Αναδημοσιεύω από το ιστολόγιο Head Charge ένα καταπληκτικό χριστουγεννιάτικο κείμενο:


Ο Εμπενίζερ Σκρουτζ είναι ένας εμβληματικός μυθιστορηματικός ήρωας, που ενσωματώνει τις σύγχρονες αξίες του Φιλελευθερισμού σε πρωτόλεια ακόμα μορφή. Πορεύεται με μια στάση ζωής στηριγμένη αποκλειστικά στον Ορθό Λόγο. Δεν παρασύρεται από άλογες παραπλανητικές συναισθηματικές παρορμήσεις. Έτσι, αντιτίθεται σθεναρά στη θρησκευτική δεισιδαιμονία, αρνούμενος να ενδώσει στην ψεύτικη ψυχαναγκαστική χαρά των Χριστουγέννων, όχι μόνο για καθαρά ιδεολογικούς λόγους, αλλά και επειδή ταυτόχρονα γνωρίζει ότι οι διάφοροι «εορτάζοντες» παρακινούνται κυρίως από υστερόβουλα κίνητρα. Δε χαίρονται τόσο για τη γέννηση κάποιου φανταστικού Θεανθρώπου, όσο επειδή τους δίνεται για λίγες (αλλά παραγωγικά υπερπολύτιμες για όλους) ώρες η ευκαιρία να φυγοπονήσουν, να τεμπελιάσουν, να επιβεβαιώσουν την προτίμησή τους στη λογική της ήσσονος προσπάθειας. Την ίδια στιγμή, παρακολουθούμε το σπάνιο ήθος και το θάρρος του Σκρουτζ, που αρνείται να υποκύψει στους συναισθηματικούς εκβιασμούς των εργαζομένων στην επιχείρησή του, αδιαφορώντας για το πολιτικό κόστος. Ως εχέφρων υπεύθυνος για τη συνολική πολιτική της επιχείρησης και με σφαιρική αντίληψη της καταστάσεως, αντιλαμβάνεται εκείνο που οι υπόλοιποι δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν˙ ότι οι παράλογες απαιτήσεις τους, σε περίπτωση που πραγματοποιηθούν, είναι ικανές να βουλιάξουν ολόκληρη την επιχείρηση, αφήνοντάς τους πάντες χωρίς δουλειά. Κι όλα αυτά πριν ακόμη αποδειχτούν και ιστορικά πλέον που ακριβώς οδηγούν νομοτελειακά τον κόσμο τα διάφορα «φιλεργατικά» οράματα: στην καθυστέρηση, στη στέρηση, στον ολοκληρωτισμό και στα γκούλαγκ.

Τη συγκρότηση του επιφανούς επιχειρηματία έρχονται κάποια στιγμή να αμφισβητήσουν τρία φαντάσματα˙ η μεταφυσική, υπερβατική μορφή τους επιλέχθηκε προφανώς σε αντιστοιχία με το περιεχόμενο του λόγου τους.

Πρώτο κάνει την επίσκεψή του το Πνεύμα της Ανευθυνότητας. Θα έρθει για να θυμίσει σκηνές από το παρελθόν, χρησιμοποιώντας όμως με προσχεδιασμένο τρόπο τεχνικές μοντάζ που αποκλείουν την άλλη άποψη. Έτσι, μέσα από διάφορα νοητικά τεχνάσματα θα προσπαθήσει να περάσει έντεχνα το ιδεολόγημα της δαιμονοποίησης της εργατικότητας, της στοχοπροσήλωσης, της προκοπής, της επιχειρηματικότητας και του κέρδους. Πρόκειται για έναν γνωστό και συχνά επαναλαμβανόμενο προπαγανδιστικό μηχανισμό, ο οποίος αδυνατώντας να αντιπαραβάλει οποιονδήποτε ορθολογικό αντίλογο, καταφεύγει μονίμως σε μεταμοντέρνα επιχειρήματα: άλλοτε, όπως εδώ, σε σκηνές από μετεφηβικά σαλιαρίσματα και άλλοτε σε εικόνες από παιδικά έλκηθρα (!). Κανείς δεν αμφιβάλει ότι απαιτούνται θυσίες στην πορεία προς την κοινωνική καταξίωση. Κάποιοι ωστόσο ολοφάνερα αδυνατούν να αποδεχτούν ότι υπάρχουν και χαρισματικά άτομα που στη ζωή τους δε συμβιβάζονται με τη μετριότητα.

Δεύτερο έρχεται το Πνεύμα του Λαϊκισμού. Προσπαθεί να διεγείρει τα συναισθηματικά αντανακλαστικά μας με λαϊκιστικά σκηνικά από ένα «φτωχό πλην τίμιο» σπίτι της εργατικής τάξης. Αυτό που παραλείπει να μας πει όμως είναι το γεγονός ότι η συγκεκριμένη γενιά ζούσε σε πολύ καλύτερες συνθήκες από τις προηγούμενες: η ιατρική κι η επιστήμη προόδευε με σταθερά βήματα, ο αναλφαβητισμός υποχωρούσε, δυνατότητες κοινωνικής ανέλιξης ανοίγονταν όλο και πιο πολλές. Επιπλέον, προσπαθεί να μας παρουσιάσει ως αναξιοπαθούσα μια μάλλον μικρο-μεσοαστική οικογένεια, στην οποία ο πατέρας βγάζει τα προς το ζην όλων των μελών της με διανοητική εργασία σε γραφείο, όχι σε κάποια κοπιώδη χειρωνακτική δουλειά, ενώ διαθέτει και μιαν αρκετά καλή στέγη, προφανώς ιδιόκτητη. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια μάλλον προνομιούχο περίπτωση οικογένειας, δεδομένων των προβλημάτων άλλων πολυπληθέστερων κατώτερων στρωμάτων, που αντιμετώπιζαν δυσκολίες και για τα απολύτως χρειώδη (στέγη, αυτοσυντήρηση), συνηθισμένων να εργάζονται πολύ πιο σκληρά χωρίς να βαρυγκωμούν και να κατηγορούν τους άλλους για τα προβλήματά τους.

Τελευταίο, εμφανίζεται το Πνεύμα των Φοβικών Συνδρόμων. Εκμεταλλευόμενο τον κοινό σε όλους φόβο του θανάτου, επιστρατεύει κλασικά επιχειρήματα καταστροφολογίας, κινδυνολογίας και απαισιοδοξίας, αντλώντας υλικό τόσο από τα χωράφια της θρησκευτικής εσχατολογίας, όσο και από στερεοτυπικές αγκυλώσεις περί «ανάδελφων πλουσίων» και «μονόχνοτων γερομπισμπίκηδων», όσον αφορά τους κατεξοχήν εκπροσώπους του ελεύθερου πνεύματος, της καλλιέργειας και του κοσμοπολιτισμού διαχρονικά.

Η μεταστροφή του κεντρικού ήρωα στο τέλος της νουβέλας θα πρέπει να μας βάλει σε προβληματισμό. Η έλξη που ασκεί η θλιβερή εικόνα του ξεμωραμένου, ημίτρελου και ανεύθυνου πια ήρωα σε συγκεκριμένους ιδεολογικούς χώρους είναι ενδεικτική του τρόπου που αντιλαμβάνονται την πολιτική, κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα, όσο και του μεγέθους της επιζήμιας επιρροής τους στην κοινωνία. Ταυτόχρονα, το βιβλίο μας προειδοποιεί για τη διανοητική σύγχυση που επέρχεται με το πέρασμα της ηλικίας, απόρροια διαφόρων εκφυλιστικών ασθενειών και στιγμών αδυναμίας, από όπου αναδεικνύεται η ανάγκη να προχωράει κανείς όσο το δυνατόν νωρίτερα σε δύσκολες αλλά αναγκαίες αποφάσεις με ταχύ και αποφασιστικό ρυθμό.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 13, 2009

Έχουν οι πολιτικοί δικαίωμα στην προσωπική ζωή;



Το παράδειγμα γνωστό: ο Φρανσουά Μιτεράν διαγνώστηκε με καρκίνο του προστάτη το 1981, το οποίο απέκρυψε όμως από τους Γάλλους και προχώρησε να διεκδικήσει επιτυχώς δυο συνεχόμενες προεδρικές εκλογές, ενώ ο Μιτεράν πέθανε τελικά το 1996. Αρκετή συζήτηση έγινε μετά την αποκάλυψη αυτή για το πόσο ο πολιτικός μπορεί να αποκρύβει την κατάσταση της υγείας του από το κοινό.

Ένα παρόμοιο φαινόμενο ήταν η ασθένεια του Τάσσου Παπαδόπουλου. Ο Τάσσος Παπαδόπουλος πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα στις 12 Δεκεμβρίου του 2008, αλλά είχε θέσει υποψηφιότητα για το προεδρικό αξίωμα, χωρίς επιτυχία, στις 17 Φεβρουαρίου του 2008. Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι ενδεχομένως δεν γνώριζε την κατάσταση της υγείας του, αλλά αυτό φαντάζει σήμερα απίθανο: όλοι θυμούνται την χαρακτηριστική βραχνάδα στην φωνή του, που πρωτοεμφανίστηκε γύρω στο 2004. Τότε είχε ανακοινωθεί ότι ήταν αποτέλεσμα χειρουργείου για πολύποδες φωνητικών χορδών. Αλλά, από την άλλη είναι κοινό φαινόμενο σε πάσχοντες από καρκίνο πνεύμονα που είναι τοπικά προχωρημένος να διηθείται από τον όγκο το παλίνδρομο λαρυγγικό νεύρο, διήθηση που προκαλεί αυτήν την χαρακτηριστική βραχνάδα. Το γεγονός ότι μεσολάβησε ελάχιστο χρονικό διάστημα από τις προεδρικές εκλογές μέχρι τον θάνατό του, σε συνδυασμό με το σύμπτωμα αυτό, μας κάνει να πιστεύουμε ότι πιθανότατα γνώριζε την κατάσταση της υγείας του, όταν έβαζε υποψηφιότητα για δεύτερη φορά για την προεδρία της Κύπρου.

Οπότε το ερώτημα επανέρχεται δριμύτερο: έχουν οι πολιτικοί δικαίωμα στην προσωπική ζωή; Εάν στην περίπτωση του Μιτεράν το πρόβλημα ήταν μικρό - ο καρκίνος του προστάτη είναι καλοήθης οντότητα συνήθως και ο Μιτεράν πέθανε 15 χρόνια μετά την αρχική διάγνωση - στην περίπτωση του Τάσσου Παπαδόπουλου δεν είχαμε κάτι τέτοιο. Η νόσος του ήταν κακής πρόγνωσης και ήταν σχεδόν σίγουρο, όπως και αποδείχτηκε, ότι δεν θα μπορούσε να ανταπεξέλθει στα καθήκοντά του, ακόμα και στην ισχνή πιθανότητα που θα ολοκλήρωνε την προεδρική θητεία. Στον ένα χρόνο από τον θάνατό του Τάσσου Παπαδόπουλου διαπιστώνω ότι το θέμα αυτό δεν έχει συζητηθεί, ίσως και γιατί ο Παπαδόπουλος δεν εξελέγει τελικά, ώστε να οδηγηθούμε σε μια κρίση στην διάρκεια της προεδρικής θητείας. Από την άλλη, οι πολιτικοί είναι άνθρωποι όπως κι εμείς οι υπόλοιποι, που θέλουν να έχουν τον προσωπικό τους χώρο. Πόσος όμως είναι αυτός ο χώρος και πόσος αναλογεί στον καθένα τους; Πού βρίσκονται τα όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού σε έναν αρχηγό κράτους;

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 11, 2009

Project Cybersyn: Ένα αποτυχημένο πείραμα φουτουριστικού σοσιαλισμού

Άγνωστο στην ελληνική κοινωνία, το Cybersyn ήταν το όραμα του ηγέτη της Χιλής Αλιέντε για μια σοσιαλιστική οικονομία προγραμματιζόμενη και σχεδιαζόμενη κεντρικά σε «πραγματικό χρόνο». Το κατασκεύασε ο επιστήμονας Στάνφορντ Μπιρ και ανέλαβαν να το λειτουργήσουν στρατιές τεχνικών από τη Χιλή και την Αγγλία.

Τα αρχικά σχέδια ήταν φαραωνικού τύπου για την εποχή: ένα πανίσχυρο ηλεκτρονικό δίκτυο που θα ένωνε τις κρατικοποιημένες παραγωγικές μονάδες μεταδίδοντας στιγμιαία όλα τα απαραίτητα στοιχεία στο Κέντρο, δηλαδή στα ηγετικά στελέχη της κυβέρνησης, τα οποία κατόπιν θα αναλάμβαναν να πάρουν τις κατάλληλες αποφάσεις.

Η αριστερά θριαμβολόγησε, παραδεχόμενη έτσι έμμεσα πως το αληθινό πρόβλημα του σοσιαλισμού είναι στην ουσία του ένα πρόβλημα συγκέντρωσης και διαχείρισης της οικονομικής πληροφορίας, όπως είχε επισημάνει από νωρίς ο Φ. Χάγιεκ. Αλλά εκεί που το αποκεντρωμένο σύστημα της αγοράς μέσα από τον μηχανισμό των τιμών, καθιστά τον καθένα μας συμμέτοχο στις οικονομικές διεργασίες, ο φουτουριστικός σοσιαλισμός του Αλιέντε θα ανέθετε την εξουσία αυτή σε μια χούφτα «ειδικών». Ας υποθέσουμε για μια στιγμή πως θα ήταν δυνατό ένας εγκέφαλος να συγκεντρώνει και να επεξεργάζεται όλη αυτή την τεράστια μάζα πληροφοριών (κάτι που φυσικά δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί). Ας υποθέσουμε επίσης ότι θα αντιστεκόταν στον πειρασμό να την καταχραστεί. Ακόμα κι έτσι όμως, η απόλυτη διαχείριση εξακολουθεί να προϋποθέτει και απόλυτο έλεγχο. Όλες οι σχετικές πληροφορίες, διυλισμένες και επεξεργασμένες θα κατέληγαν σε αυτό το επιτελικό κέντρο:




Η προοπτική θα ήταν εφιαλτική. Τούτο το σύστημα ελέγχου και διαχείρισης , ικανό να ελέγξει μυριάδες οικονομικές μονάδες, εργαζομένους και καταναλωτές θα συνιστούσε όπως έχει επισημανθεί , μια οικονομική εκδοχή του Πανοπτικού, του σχεδίου φυλακής που κατασκεύασε ο Μπένθαμ και χαρακτηρίστηκε από το Φουκώ ως το διάγραμμα ενός μηχανισμού εξουσίας στην πιο ιδανική του μορφή», «ένα είδος εργαστηρίου εξουσίας», που «χάρη στους μηχανισμούς επιτήρησης που διαθέτει, αποκτά ολοένα μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και ικανότητα διείσδυσης στη συμπεριφορά των ατόμων». Δεν είναι τυχαίο ότι οι καταπιεστικές κυβερνήσεις της Ν.Αφρικής και της Βραζιλίας ζήτησαν από το Beer να κατασκευάσει ένα αντίστοιχο σύστημα και γι’ αυτές.

Το σχέδιο τελικά αποδείχτηκε μια τεχνολογική φάρσα. Στη θέση του ηλεκτρονικού δικτύου που κάποιος χαρακτήρισε με μια δόση υπερβολής «σοσιαλιστικό ίντερνετ» τοποθετήθηκαν Τέλεξ, παρατημένα από την προηγούμενη κυβέρνηση. Οι πληροφορίες καταχωρούνταν σε δύο ηλεκτρονικούς υπολογιστές IBM 360 που αναλάμβαναν να τις αξιολογήσουν. Σημειωτέον ότι όπως γράφει ο Tyler Cowen, η συγκεντρωμένη ισχύς των δυο αυτών υπολογιστών είναι πολύ μικρότερη από ενός iphone. Θα κυβερνούσατε μια χώρα με ένα iphone? Δε νομίζω!


Το ίδιο το περίφημο «επιτελικό κέντρο» δεν ήταν τίποτα άλλο από μια απάτη. Οι ηλεκτρονικές οθόνες που διακρίνονται στη φωτογραφία είναι συνηθισμένες οθόνες προβολής σλάιντς, ελεγχόμενες από υπαλλήλους εκτός αιθούσης. Οι φουτουριστικές καρέκλες-τουλίπες αποτελούν ωμές αντιγραφές αντίστοιχων καθισμάτων από την τηλεοπτική σειρά Startrek της εποχής. Ακόμα και τα εντυπωσιακά πληκτρολόγια, αλίμονο, είναι απλά τηλεκοντρόλ για την προβολή των σλάιντς. Όλα σκηνοθετημένα. Μια τεράστια σκηνοθεσία που θα έδινε στους ηγέτες την ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας.O Beer είχε καταφέρει να φτιάξει μια εικόνα τεχνολογικού σοσιαλισμού. το πρακτικό της όμως αντίκρυσμα ήταν μηδαμινό.



Όπως έγραψε ένας τεχνικός του προγράμματος, η επιρροή του , παρόλη τη δυναμική του προβολή από το καθεστώς , ήταν ελάχιστη: « δεν είδα ούτε έναν μάνατζερ να κινητοποιείται (…) δεν πρόκειται ούτε καν για «μισή» επανάσταση, είναι μια μίξη που αν δεν προσεχτεί ίσως θα φτάσει να διογκώσει εκ νέου τη γραφειοκρατία».

Αντίθετα, το πρόγραμμα έδωσε περιθώριο στην αντιδραστική δεξιά να ξεσηκώσει τους πολίτες ισχυριζόμενη πως το πρόγραμμα Cybersyn θα σήμαινε το τέλος της ιδιωτικότητας και της ατομικής ελευθερίας. Ίσως λέμε εμείς, αν όμως κατάφερνε να πραγματώσει τους στόχους του. Είδαμε ότι κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο για πρακτικούς και οικονομικούς λόγους. Παρόλα αυτά, η έντονη δυσαρέσκεια του κόσμου, την οποία δεν κατασίγασαν ούτε τα χαριτωμένα προπαγανδιστικά τραγουδάκια που παρήγγειλε ο Beer σε ντόπιους στιχουργούς, ανάγκασαν το καθεστώς να επέμβει για να προστατέψει τον σχεδιαστή του από απειλές κατά της ζωής του. Τελικά η ανατροπή και ο θάνατος του Αλιέντε έφερε το σύστημα στα χέρια της χούντας. Ο Πινοσέτ προσπάθησε να το χρησιμοποιήσει. Όταν αντιλήφθηκε το φιάσκο διέταξε την καταστροφή του εφαρμόζοντας κατόπιν πιο ωμά, άρα και πιο εγγυημένα εξουσιαστικά εργαλεία: την διαχρονική δηλαδή δύναμη του εκτελεστικού αποσπάσματος και των ανακριτικών γραφείων.

Έτσι το πρόγραμμα πέρασε στην ιστορία στην καλύτερη περίπτωση ως «ρομαντική ουτοπία» και στη χειρότερη ως περιττή σπατάλη δημοσίων εσόδων. Η αποτελεσματικότητα του υπήρξε μηδαμινή, ενώ στη διάρκεια της εφαρμογής του η Χιλή βίωσε μια από τις πιο σκληρές οικονομικές κρίσεις του 20ου αιώνα, κρίση που φυσικά δεν προκάλεσε το Cybersyn, αλλά ούτε όμως και κατάφερε να αντιμετωπίσει. Τα συμπεράσματα δικά σας.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 02, 2009

Γυναίκες και Ντόρα

Ήδη έχουν γραφεί πολλές αναλύσεις για το λόγο της ήττας της κ. Μπακογιάννη για την ηγεσία της ΝΔ και οι περισσότερες είναι σωστές. Χωρίς αμφιβολία και ο εθνικιστικός λαικισμός του Σαμαρά βρήκε πρόσφορο έδαφος στην βάση της ΝΔ, και η οικογένεια Μητσοτάκη έχει τις (πιθανότατα άδικες) αντιπάθειες της, και η Ντόρα (σωστά ή άδικα) ταυτίστηκε με το status quo της ΝΔ που οδήγησε στην ήττα, και η προεκλογική της εκστρατεία ήταν αμήχανη ως προς το πολιτικό της στίγμα και την ίδια την εκλογική διαδικασία.

Ωστόσο θα ήθελα να επισημάνω εδώ κάτι ακόμα το οποίο μου έκανε εντύπωση: Είχα την τύχη να ζω στην Νέα Υόρκη κατά την διάρκεια της τελευταίας Αμερικάνικης προεκλογικής περιόδου όπου ο Ομπάμα πάλευε με την Κλίντον για το χρίσμα των Δημοκρατικών. Σε εκείνη την εκστρατεία, το γεγονός ότι από την μία είχαν ένα μαύρο υποψήφιο και από την άλλη μια γυναίκα ήταν στο κέντρο της συζήτησης καθότι – όπως και στην Ελλάδα – δεν υπήρξε ποτέ γυναίκα (πόσο μάλλον μαύρος) Πρόεδρος ή καν υποψήφιος Πρόεδρος. Και ήταν ένα γεγονός που όλοι, με πραγματικά ελάχιστες εξαιρέσεις, θεωρούσαν θετικό για την δημοκρατία και την κοινωνία στην Αμερική.

Αυτό δεν σήμαινε ότι όλος ή έστω ο περισσότερος κόσμος αποφάσισε τι να ψηφίσει βασισμένο στο φύλο ή το χρώμα του υποψηφίου. Αυτό θα ήταν προφανώς περίεργο και ίσως κατακριτέο. Αλλά, όπως θα περίμενε κανείς, ήταν ένα θέμα προς συζήτηση, αν μη τι άλλο για το τι σημαίνει για την σημερινή δομή της Αμερικάνικης κοινωνίας. Και όταν ο Ομπάμα εκλέχθηκε πρόεδρος, οι περισσότεροι ρεπουμπλικάνοι αναλυτές ομολόγησαν ότι αν και δεν τον ψήφισαν, είναι περήφανοι για την χώρα τους που μπόρεσε να κάνει αυτό το βήμα.

Η διαφορά με την Ελλάδα δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη: Για πρώτη φορά ήταν υποψήφια για την ηγεσία μεγάλου κόμματος μια γυναίκα (τουλάχιστον με σοβαρές προοπτικές νίκης γιατί και η κ. Διαμαντοπούλου είχε αναφέρει αρχικά το όνομα της ως υποψήφια για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ πριν μερικά χρόνια). Και, κατ’ επέκταση, αυτό θα σήμαινε ότι εάν κέρδιζε η κ. Μπακογιάννη την ηγεσία της ΝΔ, τότε θα είχαμε και μεγάλες πιθανότητες να έχουμε γυναίκα πρωθυπουργό στο μέλλον. Και παρ’ όλα αυτά, το γεγονός αυτό αγνοήθηκε παντελώς. Σαν να μην είχε φύλο η κ. Μπακογιάννη. Ούτε φεμινίστριες τάχθηκαν υπέρ της, ούτε αναφέρθηκε ως θετικό σημάδι της Ελληνικής κοινωνίας, ούτε καν έγιναν κάποιες θεωρητικές αναλύσεις για το τι σημαίνει αυτό για την Ελληνική οικογένεια και κοινωνία. Οι μόνες συναφείς αναφορές που εγώ τουλάχιστον είδα ήταν στα λιβελογραφήματα του κ. Τριανταφυλλόπουλου όπου την κατηγορούσε λίγο πολύ για τυμβωρυχία του δολοφονημένου συζύγου της λες και η κ. Μπακογιάννη δεν έχει τόσα χρόνια την δική της προσωπικότητα και τα δικά της επιτεύγματα (και τα δικά της λάθη).

Οι λόγοι που μπορώ να σκεφτώ (και παρακαλώ τους όποιους αναγνώστες να μου δώσουν την δική τους γνώμη) είναι οι εξής:

1. H Ελλάδα είναι μια χώρα πολύ μπροστά και πολύ ανεπτυγμένη όπου το να έχουμε μια γυναίκα υποψήφια δεν μας ξένισε καθόλου και συνεπώς δεν χρειάστηκε καν να αναφερθεί και να συζητηθεί.

Αυτή η εξήγηση έχει σίγουρα ένα κόκκο αλήθειας: σίγουρα γυναίκες πολιτικοί είναι κάτι το οποίο δεν είναι πρωτόγνωρο στην χώρα μας και πραγματικά πολύ κόσμο δεν τον επηρεάζει ή τον αφορά το φύλο του/της πολιτικού. Ωστόσο είναι σαφές ότι αυτή δεν μπορεί να είναι η όλη αλήθεια σε μια χώρα όπου έχουμε το χαμηλότερο ποσοστό γυναικών στη βουλή και δεν υπάρχει καμία γυναίκα σε υψηλόβαθμη θέση σε τόσο σε κρατικές όσο και ιδιωτικές εταιρίες.

2. Μία άλλη πιθανή εξήγηση είναι ότι η αποσιώπηση του γεγονότος αυτού είναι ενδεικτικό της υποκρισίας και του συντηρητισμού της Ελληνικής κοινωνίας όπου πολλά επιτρέπονται εάν ο άλλος/η δεν τα διατυμπανίζει. Ταυτόχρονα υπάρχει μια μεγάλη έλλειψη σεβασμού και αναγνώρισης της σημασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Προσωπικά πιστεύω ότι αυτή η εξήγηση είναι και η πιο κοντά στην πραγματικότητα. Η κατάσταση μου θύμισε λίγο την εκλογή σε μεγάλο δήμο της χώρας μας ενός δημάρχου (ονόματα δεν λέμε, οικογένειες δεν «θίγουμε») που ήταν γνωστό σε όλους ότι είναι ομοφυλόφιλος αλλά επειδή το κρύβει, σχεδόν όλοι οι ψηφοφόροι, ακόμα και αυτοί οι οποίοι έχουν τα όποια προβλήματα τους με τους ομοφυλόφιλους, τον ψήφισαν χωρίς πρόβλημα. Σίγουρα εάν ο άνθρωπος ήταν ειλικρινής με τον εαυτό του και τους ψηφοφόρους του, δεν θα είχε εκλεγεί.

Στην περίπτωση της Ντόρας, δεν βρέθηκε ούτε ένας από τους τόσους πολιτικούς υποστηρικτές της να πει, βρε παιδί μου, δεν είναι κακό να έχουμε για μια φορά και μια γυναίκα αρχηγό. Έκαναν όλοι σαν να μην το προσέξανε, ελπίζοντας ότι θα κάνει το ίδιο και ο λαός. Και αυτό γιατί λείπει αυτό που υπάρχει στις περισσότερες δυτικές δημοκρατίες: ένα φιλελεύθερο ιδεολογικό υπόβαθρο.

Ως υστερόγραφο αξίζει κανείς να παρατηρήσει ότι η κ. Μπακογιάννη μάλλον δεν βοήθησε τον εαυτό της με το να προσπαθεί να περιορίσει το εκλογικό σώμα σε αυτήν την εκλογή. Από την στιγμή που έχασε την μάχη για μια εκλογή από το συνέδριο, θα έπρεπε τότε να πιέσει για το ευρύτερο δυνατό εκλογικό σώμα και όχι το αντίθετο. Άλλωστε, δεν μπορεί να κατεβαίνεις ως υποψήφια ζητώντας μια μεγάλη διευρυμένη ΝΔ και δηλώνοντας ότι αυτή είναι η καλύτερη για να νικήσει το ΠΑΣΟΚ και μετά να φοβάται να ανοίξουν την ψηφοφορία στους «φίλους» της ΝΔ.

Γιατί έχω την εντύπωση ότι με το να περιορίσει τους ψηφοφόρους στον κατά βάση δεξιό πυρήνα των μελών της ΝΔ, βοήθησε τελικά τον κ. Σαμαρά. Η κ. Μπακογιάννη έχει τους περισσότερους υποστηρικτές της στο φιλελεύθερο και εκσυγχρονιστικό τμήμα της ΝΔ, μεγάλο μέρους του οποίου έφυγε από την ΝΔ στις τελευταίες εκλογές προς το ΠΑΣΟΚ και τους οικολόγους ή απείχε από τις εκλογές. Αυτοί οι εν δυνάμει ψηφοφόροι, αρκετοί από τους οποίους μάλιστα ίσως να θεωρούσαν το να έχουμε για πρώτη φορά γυναίκα αρχηγό είναι κάτι το θετικό, δεν ήταν διατεθειμένοι να γίνουν μέλη της ΝΔ προκειμένου να ψηφίσουν (ούτε να περιμένουν και σε τεράστιες ουρές έξω από τα εκλογικά κέντρα βέβαια).

Τρίτη, Δεκεμβρίου 01, 2009

Περί Ήπιας Προσαρμογής

Ίσως το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της κυβέρνησης Καραμανλή ήταν η λεγόμενη ήπια προσαρμογή, σίγουρα περισσότερο από το άλλο ρητορικό πυροτέχνημα του «σεμνά και ταπεινά». Ο όρος αν και χρησιμοποιήθηκε κυρίως για την δημοσιονομική κατάσταση, ουσιαστικά χαρακτήρισε όλη την φιλοσοφία διακυβέρνησης της ΝΔ:

• Στα δημοσιονομικά, μετά τα μεγάλα ελλείμματα λόγο Ολυμπιακών (και όχι μόνο), έγινε ελάχιστη προσπάθεια για συγκράτηση των ελλειμμάτων κατά έτσι ώστε να πέσει το έλλειμμα από το 6% περίπου το 2004 μόλις στο 3% το 2008 4 χρόνια αργότερα (και στο 12% σήμερα…).

• Στο ασφαλιστικό, παρά τις αντιδράσεις των σωματείων, οι αλλαγές ήταν επίσης διστακτικές με αποτέλεσμα να χρειάζεται η νέα κυβέρνηση να πάρει και άλλα (επίσης διστακτικά) μέτρα.

• Στην παιδεία, οι κάποιες μικρές προσπάθειες με το άσυλο, την αξιολόγηση και τα βιβλία από την κ. Γιαννάκου είτε ακυρώθηκαν είτε δεν εφαρμόστηκαν στην πράξη.

• Στην μεταναστευστική πολιτική, δεν έγινε σχεδόν τίποτα παρά την όποια ρητορική.

• Το σύμφωνο συμβίωσης, ψηφίστηκε αλλά δεν συμπεριέλαβε τα ομόφυλα ζευγάρια.

• Στην δημόσια τάξη, η κυβέρνηση προσπάθησε να μην ρίχνει λάδι στην φωτιά με αποτέλεσμα να κάψουν την μισή Αθήνα.

• Στην δημόσια διοίκηση, το κομματικό κράτος απλώς άλλαξε χρώμα με αποτέλεσμα χιλιάδες προσλήψεις με stage και όχι μόνο.

• Στις ΔΕΚΟ, ο ΟΤΕ και η Ολυμπιακή ιδιωτικοποιήθηκαν αλλά για να αποφευκτούν διαμαρτυρίες από τα συνδικάτα, πληρώθηκαν όλοι χρυσοί από τον δημόσιο κορβανά με πρόωρες συνταξιοδοτήσεις ή μετατάξεις στο δημόσιο τομέα με διατήρηση των αποδοχών τους.

• Στο θέμα της Κύπρου, ο Καραμανλής δήλωσε υπέρ του σχεδίου Ανάν χωρίς κανένα ενθουσιασμό (ή ίσως πιο ρεαλιστικά τέθηκε κατά χωρίς να το διατυμπανίζει)

• Και η λίστα θα μπορούσε να συνεχίσει για πολύ ακόμα.

Η κυβέρνηση θα μπορούσε να κατηγορηθεί για πολιτική δειλία αλλά η αλήθεια είναι ότι τα περισσότερα από αυτά ήταν βάση του προγράμματος της ήπιας προσαρμογής το οποίο είχε ειλικρινέστατα διακηρύξει από την αρχή. Έχει ενδιαφέρον να εξετάσει κανείς γιατί επιλέχθηκε αυτή η πολιτική:

• Η κυβέρνηση της ΝΔ έχασε τις κρίσιμες 100 μέρες της με το να προσπαθεί εναγωνίως (και τελικά πετυχημένα) να διοργανώσει τους Ολυμπιακούς. Όταν τελείωσαν ήταν ήδη ίσως αργά για μεγάλες τομές.

• Η παγκόσμια οικονομία πήγαινε καλά με άφθονη ρευστότητα και δεν υπήρχε μεγάλη πίεση για να γίνει η δημοσιονομική προσαρμογή (αν και βέβαια γι αυτόν ακριβώς τον λόγο ήταν ο κατάληλος χρόνος για μια τέτοια προσαρμογή).

• Μια απότομη προσαρμογή, αν και πιθανότατα θα είχε μεγάλα μακροπρόθεσμα πλεονεκτήματα, θα δημιουργούσε προβλήματα κοινωνικά και οικονομικά τα πρώτα χρόνια (μείωση εισοδημάτων, επιβράδυνση ανάπτυξης, ανεργία), π.χ. δείτε τα μέτρα Μάνου το 2003 (διόρθωση - εννοούσα προφανώς το 1993).

• Ο Καραμανλής είχε κερδίσει τις εκλογές του 2004 υποσχόμενος λαγούς με πετραχήλια με αποτέλεσμα να ήταν δύσκολο να κάνει στροφή 180 μοιρών.

• Το σημαντικότερο, ο Ελληνικός λαός ΔΕΝ ήταν και δεν είναι έτοιμος για μεγάλες αλλαγές παρά την συνεχή γκρίνια του για την κατάσταση της χώρας και του κράτους. Περισσότερες δραστικές αλλαγές πιθανότατα θα οδηγούσαν σε τεράστιες απεργίες και αναταραχή που ίσως να επιδείνωναν περεταίρω την κατάσταση της οικονομίας και θα κόστιζαν στην ΝΔ την δεύτερη τετραετία.

Και πραγματικά, την πρώτη τετραετία, η στρατηγική φαινόταν να δουλεύει σε κάποιο βαθμό:

• Η οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς μετά τους Ολυμπιακούς.
• Η κοινωνική αναταραχή ήταν περιορισμένη (για τα Ελληνικά δεδομένα), και
• Η ΝΔ κέρδισε και δεύτερη τετραετία αντίθετα λόγου χάρη με την κυβέρνηση Μητσοτάκη του 1990-3.

Ωστόσο τα αδιέξοδα αυτής της πολιτικής δεν άργησαν να φανούν με τα γνωστά πολιτικά και οικονομικά αποτελέσματα τα οποία γνωρίζουμε όλοι και δεν θα επαναλάβω εδώ. Τώρα, η νέα διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, παρά το γεγονός ότι δεν έχει αυτή την στιγμή σοβαρή αντιπολίτευση (με την ΝΔ 10 μονάδες πίσω και διχασμένη και τον ΣΥΡΙΖΑ στα αριστερά του να μαλλιοτραβιέται), παρά τα επιτακτικά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, έχει ακριβώς την ίδια πολιτική με την ΝΔ του 2004: Μικρά βήματα στην σωστή κατεύθυνση και αποφυγή μεγάλων αλλαγών και συγκρούσεων.

Προφανώς ως νέα κυβέρνηση έχουν μια φρεσκάδα και κάνουν λίγες περισσότερες προσπάθειες από τον παραιτημένο στην ουσία Καραμανλή. Αλλά το ίδιο είχε συμβεί το 2004 για όσους θυμούνται. Όπως και τότε, η σημερινή κυβέρνηση έχει παραταθήκη τις λαικίστικες προεκλογικές υποσχέσεις της, κάνει μια απογραφή φουσκώνοντας το σημερινό έλλειμμα, πιέζει την Κομισιόν να μας δώσει παράταση να το μειώσουμε, υπαναχωρεί με τα συνδικάτα του ΟΛΠ κτλ. Ακούγεται σαν déjà vue ή όχι; Οι περίφημες 100 μέρες έχουν σχεδόν περάσει και δεν έχω ακούσει ούτε ένα δραστικό μέτρο σε οποιοδήποτε τομέα. Ελπίζω να βγω λάθος αλλά υποψιάζομαι ότι 5 χρόνια από τώρα θα έχουμε όλοι την ίδια οργή με τώρα για 5 ακόμα χαμένα χρόνια.

Αλλά βέβαια, δεν φταίει (μόνο) η κυβέρνηση, φταίμε όλοι μας που ανελλιπώς τασσόμαστε ενάντια σε κάθε αλλαγή ή έστω δεν την υποστηρίζουμε ενεργά ενώ οι «θιγόμενοι» μονοπωλούν τους δρόμους και τα τηλεοπτικά κανάλια. Άλλωστε την μία φορά στην ιστορία μας που βγήκε πολιτικός σε προεκλογική περίοδο, έστω και πολύ καθυστερημένα, και δήλωσε ότι πρέπει να παρθούν σκληρά μέτρα, το κόμμα του καταποντίστηκε. Άλλωστε το είχε πει και ο Σαββόπουλος: «αν δεν έχεις νέα ευχάριστα να πεις καλύτερα να μην τα πεις καθόλου»…

Enter your email address:

Delivered by FeedBurner
















Join the Blue Ribbon Online Free Speech Campaign








Referrers

Based on original Visionary template by Justin Tadlock
Visionary Reloaded theme by Blogger Templates | Distributed By Magazine Template

Visionary WordPress Theme by Justin Tadlock