Υποθέστε ότι είστε επιχειρηματίες. Μία κυβέρνηση σας υπόσχεται ότι αν προτιμήσετε την επικράτεια της για να εγκαταστήσετε την εταιρία σας, θα σας παρέχει 10ετή απαλλαγή από κάθε φόρο επί των εταιρικών κερδών. Θα σας απαλλάξει από δασμούς και τέλη. Θα σας εκμισθώσει μέρος του εδάφους της για 99 χρόνια. Θα σας συνδέσει δωρεάν με τις υποδομές της και πιθανόν να συμμετέχει στην επένδυση σας αν δεσμευτείτε πως θα προσλάβετε αρκετούς εργαζομένους.
Κι ύστερα εμφανίζεται στον ορίζοντα η δική μας κυβέρνηση: σας ενημερώνει περήφανα ότι βρίσκεται μεταξύ των χωρών με τα υψηλότερα ποσοστά φορολογίας εισοδήματος των επιχειρήσεων και συντελεστών ΦΠΑ. Ότι για να οικοδομήσετε την επιχείρησή σας θα πρέπει να περιμένετε επί μήνες, ώστε οι αιτήσεις σας να εγκριθούν από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Ότι ανά πάσα ώρα και στιγμή μπορεί να πέσετε θύμα ελέγχου (και δωροδοκίας) διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών. Και ότι φυσικά, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, η εταιρία σας, το προιόν του κόπου σας, μπορεί να απαλλοτριωθεί, βάσει συντάγματος.
Αλλά σας υπόσχεται ότι κατά πάσα πιθανότητα, ο νομάρχης θα έρθει στα εγκαίνια της εταιρίας.
Ειλικρινά τώρα: ακόμα κι αν είστε αριστερός, τι θα προτιμούσατε; Πιθανόν να μου απαντήσετε, ότι θα επιλέγατε μεν την πρώτη κυβέρνηση, αλλά ότι κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για κυβέρνηση τριτοκοσμικής χώρας στη μέση του πουθενά, και γι αυτό η αναπτυγμένη Ελλάδα διαθέτει…ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Και θα κάνατε λάθος.
Η πρώτη επιλογή, βλέπετε, αντιστοιχεί στην κυβέρνηση της FYROM. Οι ζώνες ελεύθερου εμπορίου που έχει θεσμοθετήσει απέχουν λίγες εκατοντάδες χιλιόμετρα από την ελληνική ακτογραμμή.
Με άλλα λόγια, σε μια διακρατική αγορά που «πωλεί» αποδοτικότερους και οικονομικότερους θεσμούς, εμείς επιμένουμε στις ίδιες πανάκριβες και ασύμφορες συνταγές.
Γι αυτό και είμαστε καταδικασμένοι.
Η ανεργία στην Ελλάδα αγγίζει επισήμως το 14%. Εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις υπολειτουργούν, παρασιτούν και τελικά πτωχεύουν σε ένα κλίμα οικονομικής τραγωδίας. Η κυβέρνηση ακολουθώντας την ίδια παρακμιακή και αποαναπτυξιακή οδό, αυξάνει τη φορολογική επιβάρυνση φυσικών και νομικών προσώπων , σε μια απέλπιδα προσπάθεια να καλύψει τις μαύρες τρύπες του προϋπολογισμού. Και τελικά, το παρανοικό παιχνίδι των αριθμών και οι ιλιγγιώδεις δαπάνες ετοιμάζονται να φτάσουν στην μεγαλειώδη κορύφωση τους με την οριστική κατάρρευση του ελληνικού κρατιδίου, κατά τα πρότυπα της Αργεντινής και λοιπών τριτοκοσμικών χωρών. Η ιστορία μας παρουσιάζει μια αξιοθρήνητη νομοτέλεια ,υπό τύπον πορείας στο γολγοθά του Μαρτυρίου. Και όταν τελικά σταυρωθούμε μεταξύ των δύο ληστών, της γραφειοκρατίας και του κομματικού κράτους, θα ναι γελοίο να προσδωκούμε νεκρανάσταση. Ουδείς αναστήνεται , άνευ έμπρακτης μετάνοιας.
Κάθε σχέδιο δράσης πηγάζει αναγκαστικά από μια σωστή οριοθέτηση της πραγματικότητας: το ελληνικό κράτος per se, έχει αποτύχει, όπως και κάθε εθνικό κράτος σε οικονομικό επίπεδο. Ο συνδυασμός του μαζικοδημοκρατικού και του γραφειοκρατικού μοντέλου σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία οδηγεί τα εθνικά οικονομικά σε παράλυση. Ο λόγος είναι προφανής:
Το υδροκέφαλο κέντρο, με όλους τους διοικητικούς-συγκεντρωτικούς του μηχανισμούς, απορροφά πόρους από την περιφέρεια δημιουργώντας αναπτυξιακή ανισορροπία, ερημώνοντας τα άκρα της επικράτειας και προκαλώντας κύματα αστυφιλίας. Οι εκατομμύρια κάτοικοι του άστεως παράγουν μια δυναμική ισχυρής επιρροής στη διεφθαρμένη κρατική μηχανή, που ευνοεί τη δημοσιουπαλληλία και την μείωση της παραγωγικότητας. Διόγκωση του κράτους σημαίνει αναγκαία αύξηση των δαπανών του, άρα και των επιζητούμενων πόρων του. Στο νέο γραφειοκρατικό πλαίσιο, οι φόροι, οι επιβαρύνσεις και η πολυνομία εξαυλώνουν την παραγωγικότητα και οι ξένες επενδύσεις αναβάλλονται επ’αόριστον.
Μια πολιτική σωτηρίας, λοιπόν, οφείλει να θέσει στο επίκεντρο της στρατηγικής της τα δύο βασικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας: τη ντε φάκτο αποκοπή της από τη διεθνή βιομηχανική παραγωγή και την συνακόλουθη ανεργία.
Πώς όμως θα προσελκύσει η χώρα μας κολοσιαίους εταιρικούς οργανισμούς, πρόθυμους να προσφέρουν εργασία σε χιλιάδες άτομα και να επενδύσουν στην επικράτεια κεφάλαια και τεχνογνωσία;
Μα φυσικά, εγκαταλείποντας το συγκεντρωτικο εθνο-κρατικό μοντέλο και προσεγγίζοντας ένα αποκεντρωμένο, φιλελεύθερο οικονομικά και διοικητικά σύστημα. Η διεθνής εμπειρία επιτρέπει την κατάστρωση ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου με την άντληση παραδειγμάτων από τρίτες χώρες και την απαραίτητη τόλμη στην εφαρμογή του.
Στην Ονδούρα φερ’ειπείν, προγραμματίστηκε πρόσφατα η ίδρυση πρότυπων πόλεων, όπου θα ισχύει ένα νομοθετικό πλαίσιο διαφορετικό από την υπόλοιπη χώρα, φιλικό προς την αγορά και τις επενδύσεις. Το βασικότερο πλεονέκτημα του μοντέλου αυτού είναι ο καθαρά εθελοντικός του χαρακτήρας. Ξένες εταιρίες θα ιδρύουν θυγατρικές και υποκαταστήματα μέσα στα εδαφικά πλαίσια της νέας πόλης, οικοδομώντας υποδομές για να στεγάσουν το εργασιακό προσωπικό τους. Πολίτες απ ‘όλη τη χώρα θα μεταναστεύουν στις νέες πόλεις προς εύρεση εργασίας. Η όλη υπόθεση θα συντονίζεται από μια αυτόνομη διοικητική επιτροπή, σε συνεργασία με το εθνικό κοινοβούλιο.
Άλλο μοντέλο αποκεντρωμένης και αντιγραφειοκρατικής ανάπτυξης είναι οι ζώνες ελεύθερου εμπορίου (Ζ.Ε.Ε.) . Αυτή τη στιγμή λειτουργούν παγκοσμίως χιλιάδες Ζ.Ε.Ε. που απασχολούν πάνω από 43.000.000 εργαζομένους. Χαρακτηριστικό (και γειτονικό) είναι το παράδειγμα της αιγαιακής ελεύθερης ζώνης. Η εν λόγω ζώνη συνιστά ένα τουρκικό πείραμα ελεύθερης αγοράς στην περιοχή του Ιζμίρ, σε μία έκταση 2,2 εκατομμυρίων τμ. Σήμερα, 240 επιχειρήσεις λειτουργούν μέσα στη ζώνη, απασχολώντας 15.000 εργαζομένους και έχοντας παράξει εμπορικό προϊόν αξίας 36 δισεκατομμυρίων δολλαρίων από την ημέρα της έναρξης λειτουργίας τους. Η εκεί βιομηχανία εξειδικεύεται σε υψηλής τεχνολογίας αγαθά, με μοναδικό για την ευρύτερη περιοχή επίπεδο R&D (Research and Development). Μέσα στα εδαφικά πλαίσια της ζώνης ελεύθερης αγοράς ισχύουν συγκεκριμένες ελαφρύνσεις και επιχειρηματικά κίνητρα: Εξαίρεση των εταιριών που δραστηριοποιούνται εκεί από τη φορολογία νομικών προσώπων, αγορά προϊόντων χωρίς ΦΠΑ, διαχείριση των υπηρεσιών της ζώνης από ιδιωτικές εταιρίες αντί για την κρατική γραφειοκρατία κλπ.
Η διαμόρφωση ζωνών ελεύθερου εμπορίου και πόλεων «ελεύθερης-αγοράς» στις εγκαταλελειμμένες ακριτικές περιοχές του ελληνικού κράτους μπορεί να γίνει πραγματικότητα με τον ελάχιστο δυνατό σχεδιασμό. Καταρχάς, αφαιρούνται όλα τα φορολογικά και γραφειοκρατικά εμπόδια, που αποθαρρύνουν τις εταιρίες του εξωτερικού να δημιουργήσουν θυγατρικές στη χώρα μας. Μηδενίζονται οι φόροι. Διαμορφώνονται περιφερειακές υποδομές (οργανωμένοι λιμένες, αερολιμένες, απευθείας σύνδεσης με υψηλής ποιότητας αυτοκινητοδρόμους όπως πχ την Εγνατία οδό ). Ελαχιστοποιείται το εργασιακό κόστος, με κυριότερο αντικείμενο εξορθολογισμού τις ασφαλιστικές εισφορές. Διευκολύνονται οι εξαγωγές με την προνομιακή εξαίρεση των παραγόμενων προϊόντων από τις γραφειοκρατικές διαδικασίες εξαγωγής. Ανταγωνιστικό πλεονέκτημα μιας ελληνικής ζώνης ελεύθερου εμπορίου συνιστά η γεωγραφική θέση της χώρας και ο ευρωπαϊκός της χαρακτήρας. Μην ξεχνάμε, ότι ενώ οι πρόσφατες απεργίες των λιμενεργατών ανάγκασαν πολλές εταιρίες να προτιμούν τα λιμάνια του Δυρραχίου, στην Αλβανία και του Μπαρ, στο Μαυροβούνιο, η επαναφορά της εργασιακής τάξης, επανέφερε και τις εταιρίες αυτές στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.
Είναι μαθηματικά βέβαιο ότι μια τέτοια ζώνη ελεύθερου εμπορίου στη Θράκη ή την Ήπειρο θα συσσώρευε ταχύτατα βαλκανικές επιχειρήσεις, αλλά ακόμα και πολυεθνικές εταιρίες στις εν λόγω περιοχές. Ανταγωνιζόμενοι χώρες που βίωσαν πρόσφατους εμφυλίους πολέμους (πχ FYROM ή Σερβία), και χώρες με οικονομίες σε μεταβατική φάση (Αλβανία,Βουλγαρία), όντως πλεονεκτούμε, αρκει το συγκεντρωτικό κράτος να απελευθερώσει τον ιδιωτικό τομέα απ το θανάσιμο εναγκαλισμό του. Μέσα από την ραγδαία αύξηση του παραγόμενου προϊόντος και των τεχνολογικών spillovers, οι καθημαγμένες από την κρίση επαρχίες θα έθεταν τις βάσεις για να μετατραπούν μακροπρόθεσμα σε ατμομηχανές ανάπτυξης.
Αυτός είναι και ο λόγος που σύλλογοι Ηπειρωτών και τοπικοί παράγοντες πιέζουν για την ίδρυση Ζ.Ε.Ε. σε μια περιοχή 170 χλμ στα ελληνοαλβανικά σύνορα, φωνάζοντας,oυρλιάζοντας σε κυβερνητικά ώτα μη ακουόντων. Ως πότε, ρωτάμε εμείς. Ως πότε;