Δευτέρα, Ιουνίου 28, 2010

Μήπως ήρθε η ώρα για έναν ελληνικό φιλελεύθερο ευρωσκεπτικισμό ;


Από την Ελλάδα μέχρι τη Μ. Βρετανία και από την Πορτογαλία μέχρι τη Λετονία, οι κυβερνήσεις των κρατών, αλλού με περισσότερη, και αλλού με λιγότερη τόλμη, μειώνουν τους μισθούς και τα επιδόματα των δημοσίων υπαλλήλων, προχωρούν σε απολύσεις και καταργούν δημόσιους οργανισμούς.Και όμως , υπάρχει μια γωνιά της Ευρώπης, που oι περικοπές είναι μια άγνωστη λέξη, που οι ιθύνοντες συνεχίζουν να ξοδεύουν σαν να μην υπάρχει αύριο και οι υπάλληλοι εξακολουθούν να παίρνουν γενναιόδωρες αυξήσεις και να απολαμβάνουν υπέρογκους μισθούς . Μιλάμε βέβαια για την Ευρωπαϊκή Ένωση !Πριν λίγες μέρες διάβασα στον "Daily Telegraph" πως τουλάχιστον 1000 ευρωγραφειοκράτες αμοίβονται με μισθό μεγαλύτερο από αυτόν του πρωθυπουργού της Μ. Βρετανίας. Πριν λίγους μήνες πάλι, οι ήδη ακριβοπληρωμένοι υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης (υπολογίζονται , από κάποιους, σε 170.000 ), πήραν αύξηση 3,7% , την ίδια ώρα που οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων στα κράτη-μέλη μειώνονται εως και 20% . Παράλληλα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να αυξήσει τον προϋπολογισμό του κατά 6,5% !(20 εκατομμύρια ευρώ θα διατεθούν, για να χτιστεί το , τόσο απαραίτητο, … «Σπίτι της Ευρωπαϊκής Ιστορίας», και 80 εκατομμύρια ώστε ο κάθε ευρωβουλευτής να έχει ένα επιπλέον γραφείο για τον …τρίτο ή τέταρτο βοηθό του.). Μπροστά στις προκλητικές δαπάνες των Βρυξελλών, τo ελληνικό κράτος φαίνεται σαν μια όαση συνετής και οικονομικής διαχείρισης ! Κατά τ'άλλα, αυτή η σοβιετικού τύπου νομενκλατούρα που το μόνο που ξέρει είναι να σπαταλά τα χρήματα των ευρωπαίων φορολογουμένων, χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανέναν, φιλοδοξεί να μας βάλει σε τάξη...

Δυστυχώς, τέτοιες ειδήσεις συνήθως περνούν στα ψιλά του ελληνικού Τύπου. Ευρωσκεπτικισμός, σαν κι αυτόν που υπάρχει π.χ. στη Μ.Βρετανία, είναι απλά ανύπαρκτος στα ελληνικά «αστικά» κόμματα. Μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον, η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρούνταν μονόδρομος και η υιοθέτηση του ευρώ πανάκεια . Ο λόγος που περάσαμε από το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ , το ίδιο Συνδικάτο» του 1980 , στην κυριαρχία της μίας και μοναδικής ευρω-σκέψης είναι απλός : «Follow the money» ή «ο στόχος είναι τα λεφτά», όπως εύστοχα επισημαίνει σε παλαιότερο πόνημα της η διεισδυτική ανατόμος της ελληνικής πραγματικότητας, δεσποινίς …Τζούλια Αλεξανδράτου. Όσο η Ευρωπαϊκή Ένωση μας έδινε αφειδώς χρήματα, δεν είχαμε κανένα απολύτως πρόβλημα με τις δομές της , με την έλλειψη δημοκρατικής νομιμοποίησης , με τη δαιδαλώδη νομοθεσία, ή με τα μειονεκτήματα του ευρώ . Ακόμη και οι πιο «υπερπατριώτες» ανάμεσα μας, δέχονταν με ιδιαίτερη ευκολία την παραχώρηση της εθνικής κυριαρχίας στα μη εκλεγμένα όργανα των Βρυξελλών . Όλα αυτά ήταν ψιλά γράμματα, όσο, με τη συνέργεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αρμέγαμε τον ευρωπαίο φορολογούμενο. Γι αυτό και τα ελληνικά ποσοστά αποδοχής της Ε.Ε. και του ευρώ συναγωνίζονταν αυτά του Βελγίου. Ήταν επόμενο πως μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου το ζεστό ευρωπαϊκό χρήμα έρρεε άφθονο , δεν ήταν δύνατον να αναπτυχθεί ένας σοβαρός ελληνικός ευρωσκεπτικισμός.

Τώρα όμως που το εγχείρημα του ευρώ δείχνει τα όρια του, και το ελληνικό «θαύμα», που βασίστηκε στη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταρρέει, ήρθε η ώρα να τεθούν κάποια σοβαρά ερωτήματα . Και ίσως έφτασε η στιγμή για να αναπτυχθεί και στη χώρα μας, ένας ευρωσκεπτικισμός που δε θα ταυτίζεται με τον εθνικισμό και τη ξενοφοβία της Άκρας Δεξιάς ούτε όμως με την αντιπαγκοσμιοποίηση και τον αντικαπιταλισμό της Άκρας Αριστεράς. Ένας ευρωσκεπτικισμός που δε θα βασίζεται στο ότι η Ε.Ε. δεν μας έδωσε αρκετά χρήματα και δεν μας «κανάκεψε» , όπως παραπονιούνται οι στυλοβάτες του δεξιού και αριστερού λαϊκισμού, αλλά ακριβώς στους αντίθετους λόγους . Τα γενναιόδωρα ευρωπαϊκά πακέτα οδήγησαν τελικά στη διαιώνιση του υπάρχοντος αναποτελεσματικού και διεφθαρμένου συστήματος, αφού βοήθησαν τους πολιτικούς να διατηρήσουν την εξουσία τους , το κρατικοδίαιτο κεφάλαιο να αποκομίσει τεράστια κέρδη, τις συντεχνίες του δημόσιου τομέα να αποκτήσουν προνόμια και τους περισσότερους από μας να ζήσουμε μια ζωή πέρα από τις δυνατότητες μας. Όλος αυτός ο πακτωλός χρημάτων που δέχτηκε η χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες ,τελικά καθυστέρησε μοιραία τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, μιας και μας έδινε την ψευδαίσθηση πως , ακόμη και αν φυτοζωεί, το σύστημα δεν επρόκειτο να καταρρεύσει . Η ψευδής ασφάλεια που μας παρείχε το ευρώ και η ικανότητα που αποκτήσαμε να δανειζόμαστε φτηνότερα με τεχνητά χαμηλά επιτόκια , έκανε τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Πιθανόν, εάν είχαμε ακόμη τη δραχμή, ο φόβος μιας ενδεχόμενης νομισματικής κρίσης, να μας έκανε πιο προσεκτικούς, και να πιεζόμασταν να προχωρήσουμε στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και περικοπές δαπανών. Σε συνέντευξη του στον Τάκη Μίχα στην «Ελευθεροτυπία» ο γνωστός οικονομικός αναλυτής του Center for European Reform, Simon Tillford, επισημαίνει : « Η ένταξη στην ευρωζώνη δημιούργησε την ψευδαίσθηση ότι τώρα τα προβλήματα μπορούσαν να λυθούν χωρίς τις αναγκαίες ριζικές μεταρρυθμίσεις. Αν ορισμένες απ' αυτές τις χώρες -όπως η Ελλάδα- είχαν καθυστερήσει την ένταξή τους στην ΟΝΕ, η πίεση των αγορών θα τις είχε αναγκάσει να κάνουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Διότι αν δεν το έκαναν θα αντιμετώπιζαν συναλλαγματική κρίση.»

Δυστυχώς, η πλειοψηφία των Ελλήνων φιλελεύθερων , που κατά τ'άλλα πιστεύουν στο μικρό κράτος , στη δημοσιονομική πειθαρχία και σε μια ανάπτυξη που βασίζεται στην ιδιωτική οικονομία και όχι στο κρατικό χρήμα , λόγω ενός κακώς εννοούμενου δυτικόφιλου προσανατολισμού, δεν κουράζονταν στο παρελθόν να πλέκουν ύμνους προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ποτέ δεν έθεσαν ερωτήματα σαν τα παραπάνω που είναι εξάλλου και συμβατά με την ιδεολογία τους. Επιπλέον, η κριτική τους ήταν , διαχρονικά, πολύ υποτονική και σε άλλες αντι-φιλελεύθερες πολιτικές και πρακτικές που κυριαρχούν στην Ε.Ε (όπως η "Κοινή Αγροτική Πολιτική", οι χιλιάδες σελίδες νέας νομοθεσίας που επιβάλλουν οι Βρυξέλλες,οι προσπάθειες για εξομοίωση του φορολογικού καθεστώτος των κρατών-μελών, η τεράστια, ανεξέλεγκτη γραφειοκρατία, με τους χιλιάδες ακριβοπληρωμένους υπαλλήλους, και τα ατέλειωτα σκάνδαλα διαφθοράς κτλ). Και το χειρότερο είναι πως ακόμη και σήμερα, οι περισσότεροι φιλελεύθεροι στην Ελλάδα θεωρούν την Ευρωπαϊκή Ένωση σαν τη μοναδική λύση σωτηρίας για την ελληνική οικονομία.

Δυστυχώς προς το παρόν , η κριτική που ακούγεται στην Ελλάδα εναντίον της Ευρωπαϊκής Ένωσης περιορίζεται σε τριτοκοσμικές κραυγές και μακρόσυρτα παράπονα, σε στυλ Καζαντζίδη, για τους «κακούς Ευρωπαίους» που δεν μας δίνουν και άλλα χρήματα. Κριτική που αξίζει τόσο σοβαρής αντιμετώπισης όσο και τα κλάματα ενός κακομαθημένου παιδιού που γκρινιάζει επειδή οι γονείς του δεν του αγοράζουν το καινούργιο playstation. Μήπως όμως ήρθε η ώρα, με πρωτοβουλία των φιλελεύθερων, να αρχίσει επιτέλους μια σοβαρή συζήτηση για το αν η συμμετοχή μας στην ΕΕ και στην ευρωζώνη ήταν ωφέλιμη ή όχι;

Δευτέρα, Ιουνίου 21, 2010

Όταν η Κίνα εκτίθεται στο διεθνές εμπόριο

Για περισσότερα από τρεις χιλιάδες χρόνια, ο δρόμος του μεταξιού αποτελούσε το μεγαλύτερο παγκόσμιο δίκτυο πολιτιστικής, εμπορικής και τεχνολογικής συναλλαγής. Με έκταση 4.000 μιλίων, το δίκτυο αυτό επέτρεπε σε απομακρυσμένους πολιτισμούς να ανταλλάσσουν αγαθά και γνώση και να συμμετέχουν σε μια δίχως προηγούμενο διαδικασία πολιτικής και πολιτισμικής διάδρασης, θέτοντας με αυτόν τον τρόπο τα θεμέλια της νεωτερικότητας.

Πολλές αυτοκρατορίες επεδίωξαν τον έλεγχο του εμπορικού αυτού δικτύου και τα συμφέροντα που κατά καιρούς διακυβεύτηκαν κατά μήκος του υπήρξαν γιγαντιαία. Γεγονός όμως παραμένει πως ο δρόμος αποτέλεσε μοναδικό μέσο προόδου και ευμάρειας σε σκοτεινούς κατά τα λοιπά χρόνους, όπως και προπομπό παγκοσμιοποίησης στον χώρο του εμπορίου και των ιδεών.

Σήμερα το διεθνές εμπόριο διεξάγεται κατά βάση εντός ρυθμιστικών πλαισίων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, του οποίου πρόσφατο μέλος αποτελεί και η Κίνα. Οι εμπορικές της σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση αυξάνονται αλματικά και είναι αναμενόμενο η συνεργατική αυτή διαδικασία να δημιουργεί πέρα από πλούτο και ανησυχίες για τις βλέψεις μιας περιφερειακής υπερδύναμης με σοβαρό έλλειμμα δημοκρατίας. Η στήριξη ανελεύθερων καθεστώτων ανά τον κόσμο και η καταπάτηση της ελευθερίας τόσο εντός όσο και εκτός σινικού τείχους εγείρουν βάσιμες ανησυχίες, οι οποίες όμως κακώς συνδέονται με την διαδικασία ελεύθερου εμπορίου.

Αποτελεί πολιτικό κρετινισμό η σύγχυση που δημιουργείται από όσους πιστεύουν πως κλείνοντας τα λιμάνια και τα προϊόντα μας σε ένα δισεκατομμύριο καταναλωτών προσφέρουμε καλές υπηρεσίες στην υπόθεση της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Δεν είναι τα κινέζικα προϊόντα που προσβάλλουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, είναι ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, το οποίο όσο ανοίγει τα σύνορα του και εκτίθεται στις αγορές, τόσο δοκιμάζει τα όρια πολιτικής του αντοχής. Στοχεύοντας στην καρδιά και στο μυαλό των Κινέζων πολιτών μπορούμε να τους κερδίσουμε μόνο παρέχοντας τους γερμανική τεχνογνωσία, κρητικό ελαιόλαδο και βρετανικό τύπο, όχι κινδυνολογώντας ή κρούοντας τον κώδωνα εκφασισμού της Ελληνικής οικονομίας. Ο δρόμος του μεταξιού παραμένει ευτυχώς ανοικτός και  εναπόκειται σε εμάς να ανταποκριθούμε είτε ως δεινοί έμποροι είτε ως άτακτοι βασιβουζούκοι μιας νότιας Ευρωπαϊκής εσχατιάς.

Πέμπτη, Ιουνίου 10, 2010

" Κι αν όσα λένε οι Οικολόγοι δεν είναι αλήθεια;"


«Δεν μοιάζετε πολύ με Γάλλο», του λέω μόλις καθόμαστε σε κάποιο τραπέζι συνεδριάσεων μέσα στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. « Αλήθεια; Και με ποιον με συγκρίνετε; Με τον Ντελόν ή τον Σαρκοζί;». Γελάμε. Στην πραγματικότητα την ερώτηση την έκανα γιατί είχα ήδη καταλάβει ότι ο απόλυτα κομψός κύριος με το βλέμμα που έλαμπε από ευφυΐα και που καθόταν απέναντί μου, είχε πολύ χιούμορ. Ο Ζαν ντε Κερβσαντουέ, συγγραφέας του βιβλίου «Κι αν όσα μας λένε οι Οικολόγοι δεν είναι αλήθεια» (ΠΟΛΙΣ) και διευθυντής στην έδρα Οικονομίας και Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας του CNAM, πρέπει να καταφεύγει συχνά στο χιούμορ για να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις από τους οργανωμένους κύκλους των αυτοαποκαλούμενων οικολόγων τους οποίους επικρίνει αρκετά συχνά.

Η δική μας η συνάντηση έγινε αμέσως μετά τη συνάντηση που είχε με παράγοντες και αξιωματούχους του ελληνικού Υπουργείου Υγείας. «Πόσο εύκολο είναι να μιλάει κάποιος για αυτοδιοικούμενα νοσοκομεία σε μια Υπουργό σοσιαλιστικής κυβέρνησης;» τον ρωτώ και αντί για απάντηση εισπράττω ένα χαμόγελο όλο νόημα. «Την κατηγορούν για πολλά την Υπουργό», συνεχίζω απτόητη. «Μέχρι και για τον εμβολιασμό για τη γρίπη. Λένε πώς τρόμαξε τον κόσμο άδικα». Τον ρωτώ αν ήταν σωστή η απόφασή μου να υπακούσω στα κελεύσματα των αρχών και να κάνω το εμβόλιο αν και αποδείχτηκε ότι ο συναγερμός ήταν μάλλον υπερβολικός. «Κάνατε πολύ σωστά! Αυτή πρέπει να είναι η συμπεριφορά του ενημερωμένου και υπεύθυνου πολίτη ωστόσο πιστεύω ότι το Υπουργείο θα έπρεπε να αφήσει στη διακριτική ευχέρεια των νοσοκομείων την απόφαση για το πόσα εμβόλια θα έπρεπε να προμηθευτούν και τον τρόπο που θα εμβολίαζαν τον πληθυσμό».

Υπέροχη πάσα. Ο Ζαν ντε Κερβασντουέ είναι γνωστός για τις απόψεις του στη διοίκηση υγείας. Υποστηρίζει τον δημόσιο χαρακτήρα της υγείας αλλά θέλει αυτοδιοικούμενα νοσοκομεία. Του λέω ότι μου κάνει εντύπωση που ένας φιλελεύθερος βλέπει θετικά το κονσεπτ της δημόσιας υγείας. «Φυσικά. Η υγεία πρέπει να παρέχεται δωρεάν από το κράτος γιατί λειτουργεί θετικά προς τη συνοχή της κοινωνίας. Σ’αυτό είμαι κάθετος. Στην Ελλάδα έχετε πρόβλημα γιατί ουσιαστικά επιτρέπετε την παράλληλη λειτουργία δυο διαφορετικών συστημάτων με διαφορετικούς όρους. Πρέπει να αποφασίσετε τι είδους υπηρεσίες υγείας θέλετε».

Επιστρέφω στα εμβόλια περισσότερο γιατί θέλω την άποψή του για τις διάφορες «θεωρίες συνομωσίας» που συνδέουν τις αποφάσεις για τη διακίνηση των φαρμάκων με τα συμφέροντα των μεγάλων φαρμακοβιομηχανιών. Σκάει στα γέλια. «Γνωρίζετε ότι στα κομμουνιστικά κράτη δεν έχει εφευρεθεί ποτέ ούτε ένα φάρμακο; Ποτέ όμως». Μένω άναυδη. «Η έρευνα και οι εφευρεύσεις νέων φαρμάκων, έχουν ανάγκη την αγορά, έχουν ανάγκη την πίστη ότι κάποιος θα βγάλει χρήματα αν επενδύσει στην έρευνα της τεχνολογίας των φαρμάκων. Όσον αφορά στις θεωρίες ότι οι φαρμακοβιομηχανίες ελέγχουν την έρευνα πρόκειται για φοβερές ανοησίες. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να εμποδίσει την έρευνα». Του επισημαίνω το ρόλο της αριστεράς στη διασπορά αυτών των ιδεών γιατί ο ίδιος στα νειάτα του συνδεόταν με προσωπικότητες της γαλλικής Αριστεράς. «Κοιτάξτε να δείτε. Αν και προέρχομαι από αριστοκρατική οικογένεια όπως δηλώνει και το όνομά μου (αναφέρεται στο de) πολύ νωρίς έγινα μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Γαλλίας. Όταν επέστρεψα στη Γαλλία από τις μεταπτυχιακές μου σπουδές που τις έκανα στην Αμερική, πρέπει να ήταν λίγο μετά το ’68, παρατήρησα ότι συνέβη στην ευρωπαϊκή Αριστερά, κάτι που σπάνια το σχολιάζουμε. Η Αριστερά ήταν πάντα θετικιστική και ορθολογιστική, οι μαρξιστικές σπουδές είναι μέρος της επιστημολογίας. Μετά το ’68 ωστόσο η αριστερά γύρισε προς τον ανορθολογισμό και αγκάλιασε κάθε λογής πίστη που νόμιζε ότι εξυπηρετούσε την αντικαπιταλιστική της ρητορική. Μια από αυτές ήταν βέβαια και η Οικολογία που βασίζεται περισσότερο στο συναίσθημα παρά στα data”.

«Είστε υπέρμαχος της πυρηνικής ενέργειας» τον ρωτώ μιας και επιστρέψαμε στην Οικολογία. « Δεν θα το διατύπωνα έτσι: Είμαι υπέρμαχος των καθαρών ενεργειακών λύσεων και η πυρηνική ενέργεια είναι αυτό ακριβώς». Του λέω χαμογελώντας ότι θα τον αφήσω να μου αναπτύξει την άποψή του γιατί δεν μπορώ να φανταστώ κάποια αντίρρηση που δεν θα έχει ήδη διατυπωθεί. Γελάει και με διαβεβαιώνει πως όλα αυτά τα χρόνια έχει ακούσει σχεδόν τα πάντα, από τα πιο σοβαρά μέχρι τους μεγαλύτερους παραλογισμούς. «Θα σας πω το πιο εύκολο αντεπιχείρημα σ’αυτό των κινδύνων. Αναζητείστε στο google την έρευνα για τις συνέπειες του Τσερνόμπιλ και θα σοκαριστείτε όταν δείτε όλες σας τις αντιλήψεις για το ζήτημα ν’ανατρέπονται». Του επισημαίνω ότι αυτό στην επικοινωνία λέγεται perception versus reality. Σκάει στα γέλια «Χτυπήσατε στην καρδιά του ζητήματος! Όλα αυτά είναι επικοινωνία, κάτι που είναι εξαιρετικά χρήσιμο, όμως εγώ είμαι επιστήμονας και σχηματίζω απόψεις με βάση τα data γιαυτό και είμαι έτοιμος να τις αναθεωρήσω αν βρεθώ ενώπιον άλλων δεδομένων αρκεί όμως να βρεθώ, οι απλές αντιλήψεις οι δικές σας ή των οικολόγων για το θέμα δεν είναι αρκετές για να με πείσουν, με συγχωρείτε κιόλας και υπάρχει κάτι πιο βασικό που δεν σχετίζεται αποκλειστικά με την Οικολογία. Όλες αυτές οι απαγορεύεις και η περιορισμοί σε συνδυασμό με το κλίμα φόβου, όλες αυτές οι κρατικές ρυθμίσεις που παράγονται σωρηδόν και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, απαμακρύνουν τον πολίτη από τη συναίσθηση των ευθυνών του. Κι αυτό είναι ένα φιλοσοφικό ζήτημα που εμένα, ένα τέκνο του Διαφωτισμού με προβληματίζει βαθύτατα γιατί σχετίζεται άμεσα με το μέλλον της ανθρωπότητας».

Τον παρατηρώ καθώς μιλάει. Είναι εμφανώς κουρασμένος αλλά όλα όσα λέει είναι απόλυτα «δουλεμένα» στη σκέψη αλλά και στην εκφορά του λόγου του, του το λέω με την παρατήρηση ότι ίσως κι αυτός με τη σειρά του να είναι ένας επαγγελματίας του σκεπτικισμού. Γελάει. «Η επαγγελματική ενασχόληση με την επιστήμη δεν είναι κακή. Αυτό που κάνει κακό είναι η επαγγελματική ενασχόληση με τη θρησκεία και η Οικολογία σήμερα έχει εξελιχθεί σ’αυτό».

Λέω στον κ. Κερβασντουέ πως είναι ο πρώτος Γάλλος σκεπτικιστής και ορθολογιστής που γνωρίζω και αισθάνομαι ανακούφιση που καταλαβαίνει το αστείο. « Ξέρετε, έχετε ένα κοινό με τον φίλο μου, τον Ντομινίκ Στρως Καν τον οποίο μου είπατε ότι θαυμάζετε» και σπεύδει ν’απαντήσει στο απορρημένο βλέμμα μου. « Είστε και οι δύο θαυμαστές του Μίλτον Φρήντμαν!» « Και καλά, το παραδέχεται δημοσίως;» τον ρωτώ έκπληκτη από αυτό που μόλις άκουσα. « Όχι δα. Κι επειδή βλέπω ότι είστε άνθρωπος με οξεία κρίση σας συμβουλεύω να μην το λέτε ούτε εσείς. Εκτός κι αν δεν θέλετε να σας παίρνουν στα σοβαρά.».

Το βιβλίο του Jean de Kervasdoue , Κι αν όσα λένε οι Οικολόγοι δεν είναι αλήθεια, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ.

Δημοσιεύθηκε στη LIFO στις 10.06.10


Σχόλια εδώ.


Τετάρτη, Ιουνίου 09, 2010

Η ελεγεία μιας σπασμένης βιτρίνας

Σας έτυχε μήπως να βρεθείτε αυτόπτης μάρτυρας στην έκρηξη οργής του κυρίου James Goodfellow, ευυπόληπτου καταστηματάρχη της Portobello Road, όταν ένας πιτσιρίκος του κατέβαζε την βιτρίνα;

Αν ήσασταν μπροστά στην σκηνή, σίγουρα θα βλέπατε τους παρευρισκόμενους να σταματούν για να παρηγορήσουν τον ατυχή μαγαζάτορα, φέροντας όλοι ένα πανομοιότυπο επιχείρημα: -“Δεν οφελεί σε τίποτα να χαλάτε την διάθεση και την υγεία σας! Αν τα τζάμια παρέμεναν εσαεί άθραυστα, τότε τι τους έχουμε τους τζαμάδες; Κλέφτες θα γίνουν οι άνθρωποι;”

Στο συγκεκριμένο επιχείρημα παρηγορίας υποφώσκει βέβαια μία ολόκληρη θεωρία, η οποία ξεκινώντας από ένα τόσο απλό παράδειγμα φτάνει να επηρεάζει το μεγαλύτερο μέρος των οικονομικών μας θεσμών.

Αν υποθέσουμε πως η επισκευή της ζημίας κοστίζει έξι χρυσές λίρες, τότε σύμφωνα με τα λεγόμενα των παρευρισκομένων το ατύχημα εισφέρει ρευστό στον κύκλο εργασιών του τζαμά – ενθαρρύνει δηλαδή μία εμπορική πράξη αξίας έξι λιρών και κινητοποιεί έναν ολόκληρο κύκλο παραγωγής. Το επιχείρημα φαίνεται λογικό, κεϋνσιανό και εξόχως πειστικό: ο τζαμάς έρχεται, αλλάζει βιτρίνα, λαμβάνει τη νόμιμη αμοιβή και τρίβει τα χέρια του, ευχαριστώντας την καλή του τύχη που τα παιδιά μεγαλώνουν παίζοντας μπάλα και όχι Nintendo Wii... μέχρι τώρα δεν υπάρχει κάτι που να μας ξενίζει.

Ας σταματήσουμε όμως εδώ! Αν φτάναμε στο συμπέρασμα, όπως συχνά γίνεται, πως σε τελική ανάλυση το κατέβασμα των βιτρινών δεν είναι απαραίτητα κάτι κακό, καθώς συμβάλλει στην κυκλοφορία του χρήματος και στην τόνωση της εγχώριας παραγωγής, τότε θα επιχειρούσαμε ένα λογικό άλμα, καθώς ο μυωπικός μας συνειρμός δεν θα λάμβανε υπόψη το μη εύκολα ορατό, την έμμεση δηλαδή οικονομική επίπτωση του ατυχήματος στην οικονομία:

Αυτό που δεν φαίνεται εύκολα, είναι πως ο καταστηματάρχης απέκτησε ένα αγαθό έναντι έξι χρυσών λιρών, τις οποίες πλέον δεν διαθέτει για να αγοράσει κάτι άλλο. Ως αμέτοχοι τρίτοι παραμένουμε στην μοναδική δοσοληψία καταστηματάρχη - υαλουργού και δεν συνεκτιμούμε πως αν δεν υπήρχε η θρυμματισμένη τζαμαρία, ο πρώτος θα αντικαθιστούσε ίσως τα παλιά του παπούτσια, θα αγόραζε ένα βιβλίο του Hayek ή θα επισκεύαζε την ραπτομηχανή της φουκαριάρας της μάνας του. Θα διέθετε εν ολίγοις τα χρήματα αυτά κάπου αλλού, αν δεν είχε μεσολαβήσει το ατύχημα για να τον αποτρέψει. Μία πράξη επομένως, η οποία φαινομενικά εισφέρει στην παραγωγή πλούτου, αν ειδωθεί στο ευρύτερο πλέγμα οικονoμικών σχέσεων παραμένει πράξη που βλάπτει όχι μόνο τον κο Goodfellow, αλλά και τον παπουτσή ή και τον βιβλιοπώλη του Notting Hill.

Το παράδειγμα της σπασμένης βιτρίνας εξήνεγκε πρώτος το 1850 ο οικονομολόγος Frédéric Bastiat στο δοκίμιο “Ce qu'on voit et ce qu'on ne voit pas”, σε μία προσπάθεια να σχηματοποιήσει τις έμμεσες εξωτερικότητες μιας εμπορικής συναλλαγής. Έκτοτε χρησιμοποιείται ως κλασσικό επιχείρημα της αυστριακής σχολής σκέψης, με προεκτάσεις που αγγίζουν ιδιαίτερα αισθητά την επικαιρότητα.

Είναι για παράδειγμα πιθανό το σενάριο ο πιτσιρικάς να βρισκόταν σε προσυνεννόηση με τον τζαμά, ο οποίος και αντλεί ιδιαίτερο συμφέρον από την καταστροφή. Σε ρόλο υαλουργού μπορούν κάλλιστα να υπεισέλθουν τα εκάστοτε συντεχνιακά συμφέροντα, ενώ τη λειτουργία του μικρού βαγκαμπόντη επιτελεί το κράτος: Οι συντεχνίες απαιτούν επιδόματα και προνόμια και η κυβέρνηση στρέφεται στον φορολογούμενο Mr. Goodfellow, υποχρεώνοντας τον να επενδύσει τις ωραίες του χρυσές λίρες σε αγαθά αλλότρια. Οι αποδέκτες επωφελούνται και οι παρευρισκόμενοι μένουν με την εντύπωση πως η κυβερνητική παρέμβαση παράγει οφέλη για το κοινωνικό σύνολο, αδυνατώντας να εντοπίσουν το κόστος ευκαιρίας - τα διαφυγόντα δηλαδή έσοδα από την μη πραγματοποίηση μιας εναλλακτικής επένδυσης.

Ίσως επειδή το κόστος αυτό δεν γίνεται άμεσα αντιληπτό και ίσως επειδή αρεσκόμαστε να ελέγχουμε το κοινό ταμείο με την ελαφρότητα αργόσχολου περαστικού της Portobello Road, ίσως γιαυτό λησμονούμε τόσο εύκολα πως κάθε τι απαιτεί μια θυσία και πως  καλώς ή κακώς ακόμα δεν εφηύραμε κάτι που να λέγεται δωρεάν γεύμα. Η βιτρίνα της Portobello Road όμως σπάει όλο και συχνότερα και τα σπασμένα καλούμαστε να τα πληρώσουμε εμείς.

Τρίτη, Ιουνίου 08, 2010

Κρατισμός : Η...εναλλακτική απάντηση της "ριζοσπαστικής" και "ανανεωτικής" Αριστεράς στην κρίση


Ο "Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου", το κόμμα που προεκλογικά ζητούσε το διορισμό 100.000 Ελλήνων στο Δημόσιο για να λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας, καταθέτει νέες , ρηξικέλευθες, εναλλακτικές αλλά και υπεύθυνες προτάσεις για την έξοδο από την κρίση :

"-Να τεθούν υπό δημόσιο κοινωνικό έλεγχο οι τράπεζες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος, για τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, των εργαζομένων και της πραγματικής οικονομίας, με άμεση διεκδίκηση τη διαμόρφωση του πυλώνα των τριών τραπεζών.

-Αμφισβήτηση της ελεύθερης κίνησης κεφαλαίων - Επιβολή φόρου Τόμπιν και άλλων αντίστοιχων μέτρων - Ακύρωση απελευθέρωσης αγορών σε συνδυασμό με την εφαρμογή αναπτυξιακής και βιομηχανικής πολιτικής και κλαδικών πολιτικών σε κρίσιμους τομείς.

-Αγωνιζόμαστε να μπει τέλος στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων αλλά και των ΣΔΙΤ.... Προωθούμε σταδιακά μια στρατηγική ανάκτησης από το Δημόσιο –με νέους προοδευτικούς όρους ανάπτυξης, ανασυγκρότησης, επενδύσεων και αποτελεσματικότητας, και με όρους κοινωνικής ιδιοκτησίας και εργατικού ελέγχου, διαφάνειας και κοινωνικής εξυπηρέτησης– των πιο κρίσιμων στρατηγικών κλάδων και επιχειρήσεων της οικονομίας (π.χ. ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, κοινωφελή αγαθά και υπηρεσίες, συγκοινωνίες, υποδομές, λιμάνια κ.λπ).

-...αύξηση της φορολογίας των ΑΕ στο 45%, διεύρυνση της φορολογικής βάσης προς τα μεγάλα εισοδήματα."

Η ...εναλλάκτικη απάντηση του "Συνασπισμού" στην κρίση δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο αδιέξοδος, χρεωκοπημένος κρατισμός της Μεταπολιτεύσης, σε ενισχυμένη συσκευασία, αλα Τσάβεζ! Εμπρός, για τον δημοκρατικό δρόμο προς την κοινωνική δικαιοσύνη και τον σοσιαλισμό!

Δευτέρα, Ιουνίου 07, 2010

Η Μητέρα-Γη απευθύνει δακρύβρεχτη έκκληση στον Al και στην Tipper Gore : "Δεν μπορώ να αντέξω το κόστος του διαζυγίου σας!"


"Tα διαζύγια σκοτώνουν τον πλανήτη μας! Έτσι ισχυρίζεται μια μελέτη του 2007 από το Michigan State University που υπολογίζει πως τα χωρισμένα ζευγάρια παγκοσμίως χρησιμοποιούν 38 εκατομμύρια περισσότερα δωμάτια απ'όσα θα χρησιμοποιούσαν αν έμεναν μαζί, και επίσης 73 δισεκατομμύρια περισσότερες κιλοβατώρες ηλεκτρισμού και 627 δσεκατομμύρια περισσότερα γαλόνια νερό!

Και αυτό ισχύει μόνο για τους φυσιολογικούς ανθρώπους. Φανταστείτε πόσο πιο καταστροφικό θα ήταν , αν είχαμε να κάνουμε με κάποιον σαν τον σχεδόν δισεκατομμυριούχο...Αλ Γκορ. Μόνο ένα από τα σπίτια του-αυτό με τα 20 δωμάτια στο Nashville- θεωρείται πως καταναλώνει 20 φορές περισσότερο ηλεκτρισμό απ' τον εθνικό μέσο όρο των Η.Π.Α. Αυτό σημαίνει πως αν -Θεός φυλάξει!-η σφιχτή αγκαλιά , η απόκοσμη μισοκοιμισμένη φωνή και οι συναρπασικές ομιλίες του Αλ σταματούσαν να προσφέρουν αγαλλίαση στην αγαπημένη του σύζυγο Τίπερ , ο πλανήτης θα μπορούσε να αντιμετωπίσει μια οικολογική καταστροφή που θα έκανε την πετρελαϊκή τραγωδία της Λουϊζιάνα να μοιάζει τόσο απειλητική οσο το ...μπάρμπεκιου του γείτονα!

Μα τί είναι αυτά που ακούω ; Όχιιιιιιιιιιι!

Είναι σίγουρα αλήθεια ; O Αλ και η Tίπερ , οι Μπάρτον και Tεϊλορ , Αντώνιος και Κλεοπάτρα, Πάμελα και Τόμυ Λι του παγκόσμιου οικολογικού κινήματος πρόκειται να χωρίσουν ;

Είναι τόσο φρικτό! Είμαι απαρηγόρητος. Σας παρακαλώ, μην με ενοχλείτε. Αφήστε με να θρηνήσω σιωπηλά..."

[ James Delingpole από τον ""Daily Telegraph" ]

Παρασκευή, Ιουνίου 04, 2010

Ο μπαρμπα-Μήτσος απ'τα Γρεβενά και ο μπαρμπα-Λουδοβίκος απ'το Μίζες

Σε απάντηση του άρθρου του Πάσχου Μανδραβέλη, Χαμένοι στη Μετάφραση η Σουφραζέτα έγραψε στο Athens Review of Books την άποψη της για την επιδότηση του Ε.ΚΕ.ΜΕ.Λ. Θέτει το ζήτημα του εάν, όπως λέει, η "κοινωνια πρέπει να υποστηρίζει οικονομικά την παραγωγή πολιτιστικών αγαθών". Είναι βεβαίως μεγάλο ζήτημα αυτό που θέτει αλλά σε αυτό το άρθρο δεν θα μπορέσω να ασχοληθώ πολύ με το «αν» αλλά θα αρκεστώ στο «πότε» και στο «πώς»: η επιχορήγηση των ΕΚΕΒΙ/ΕΚΕΜΕΛ από τον κρατικό προϋπολογισμό στην σήμερον ημέρα σίγουρα δεν είναι ορθή χρονικά ούτε και σε μορφή. Νομίζω πως και αυτή είναι και ουσιαστικά η άποψη του μπαρμπα-Μήτσου, εάν καταλαβαίνω τον puppet-master Μανδραβέλη.

Καταρχάς στο άρθρο υπάρχει μια παρανόηση σχετικά με τον χαρακτήρα της επιδότησης του ΕΚΕΜΕΛ. Λέει:

βιβλία μεταφράζονταν και πριν την ίδρυση του κέντρου και θα συνεχίσουν να μεταφράζονται, οπότε δεν προκύπτει απο πουθενά ότι οι φορολογούμενοι επιδοτούν μια επιχειρηματική δραστηριότητα ιδιωτικού χαρακτήρα. Αυτό θα ίσχυε αν η χρηματοδότηση αυτή ήταν η ικανή και αναγκαία συνθήκη για τη δραστηριότητα αυτή αλλά όπως γνωρίζουμε όλοι, η επιχειρηματική δραστηριότητα, δεν προϋποθέτει την ποιότητα στο αποτέλεσμα.

Το ότι η χρηματοδότηση από την φορολογία δεν είναι απαραίτητη για τη πραγματοποίηση μιας δραστηριότητας σημαίνει ακριβώς ότι πρόκειται περί μιας ιδιωτικού χαρακτήρα δραστηριότητας. Οπότε το ότι βιβλία μεταφράζονταν και πριν φανερώνει ότι στην περίπτωση του ΕΚΕΜΕΛ πράγματι επιδοτείται μια δραστηριότητα ιδιωτικού χαρακτήρα. Ισχύει συνήθως και το αντίθετο, δηλαδή εάν η χρηματοδότηση είναι απαραίτητη τότε αυτό σημαίνει ότι πρόκειται περί μιας δημοσίου χαρακτήρα δραστηριότητας (π.χ. εθνική άμυνα).

Αλλά στη συζήτηση που έχει προκύψει για το ζήτημα του ΕΚΕΜΕΛ υποστηρίζεται (και ίσως ορθώς) ότι υπάρχει ένα είδος μετάφρασης, η καλή μετάφραση, που δεν παράγεται ιδιωτικά στην χώρα μας και άρα καλούμαστε, από την κληρονομιά του Διαφωτισμού όπως λέει, να εξετάσουμε το ενδεχόμενο να χρειάζεται αυτού του είδους μετάφρασης την ενίσχυση της κοινωνίας. Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό του εάν χρήζει και σε τι βαθμό ενίσχυση μια δραστηριότητα θα πρέπει πρώτα να αναρωτηθούμε εάν υπάρχει και ποιό είναι το σημείο εκείνο στο οποίο μια δημοσίου χαρακτήρα δραστηριότητα έχει υπερεπιδοτηθεί. Νομίζω αρκετοί θα συμφωνήσουν για παράδειγμα ότι η εθνική άμυνα στη χώρα μας έχει υπερεπιδοτηθεί. Άρα είναι πιθανό να υπάρχει και ένα όριο πέραν του οποίου και τα πολιτιστικά αγαθά υπερεπιδοτούνται. Το θέμα είναι να κρίνουμε που βρίσκεται αυτό το όριο. Πιστεύω είναι λογικό να πει κανείς ότι το όριο αυτό θα επηρεάζεται και από το ΑΕΠ μιας χώρας αλλά και από τη διαφορά που κάνει η επιδότηση στην παραγωγή, ίσως ειδομένη από κάποιας μορφής marginal utility analysis (πόσοι παραπάνω δίσκοι του Νταλάρα θα παραχθούν για κάθε ευρώ επιδότησης;). Τέλος πάντων, όπως οι περισσότεροι αναγνώστες δεν είμαι καταρτισμένος να ξεκινήσω μια τόσο βαθιά οικονομική ανάλυση οπότε θα το αποφύγω.

Παρά του ότι δεν είμαστε οι περισσότεροι καταρτισμένοι έτσι ώστε να διαμορφώσουμε λελογισμένα κρίση όσον αφορά το όριο υπερεπιδότησης της εκάστοτε τέχνης αρκετοί από εμάς είμαστε σίγουροι όταν έρχεται η στιγμή να αποφασίσουμε για κάτι που μας καίει. Π.χ. ίσως φαντάζει προφανές στους φαν της όπερας ότι αυτοί οι τομείς υποεπιδοτούνται. Προφανώς χρειαζόμαστε και άλλη όπερα άρα για να μην παράγεται αρκετή μάλλον υποεπιδοτείται. Αλλά από που προκύπτει αυτή η πεποίθηση; Είναι πιο πιθανό ότι προκύπτει από την προσωπική τους προτίμηση και την σύγκριση με άλλα επιδοτούμενα προϊόντα παρά από μια ουσιαστική αξιολόγηση με βάση το δημόσιο ώφελος. Ο φαν της όπερα βλέποντας πόσο λίγη παράγεται στη χώρα μας και μιας και πιθανώς προτιμά την όπερα από π.χ. τις πτήσεις με F-16 συγκρίνει τις αντίστοιχες επιδοτήσεις που λαβαίνουν αυτές οι δύο δραστηριότητες και είναι μάλλον ανθρώπινο να αισθάνεται ότι η όπερα είναι υποεπιδοτούμενη. Μπορεί επιπλέον να είναι καταφανώς υπερεπιδοτούμενη η εθνική άμυνα στην χώρα μας οπότε να φαίνεται λογικό να πει κανείς ότι κατά συνέπεια η όπερα μάλλον θα είναι υποεπιδοτημένη.

Ένα άλλο παράδειγμα, από τον χώρο της λογοτεχνικής μετάφρασης, μας δίνει ο συγγραφέας και θιγμένος οικονομικά ως καθηγητής στο ΕΚΕΜΕΛ Ανδρέας Παππάς στο άρθρο-απάντηση του όπου αναφέρει ότι η επιδότηση του ΕΚΕΜΕΛ ανέρχεται "στο 0,4 ‰ του κόστους των παντελώς αδιάφορων Μεσογειακών Αγώνων" (η έμφαση δική μου). Προφανώς θεωρεί ο κ. Παππάς απαραίτητο να μας ενημερώσει για την προσωπική του άποψη για τους Μεσογειακούς Αγώνες (δεν ξέρω, ίσως ήταν αθλητής στα νιάτα του) αλλά εκτός αυτού παραθέτει και το, προφανώς σοκαριστικό για αυτόν, ποσοστό του 0.4% για να μας πείσει ότι το Ε.ΚΕ.ΜΕ.Λ. υποεπιδοτείται.

Όμως ακόμα και εάν συμφωνηθεί μεταξύ μας ότι η εθνική άμυνα και οι μεσογειακοί αγώνες είναι υπερεπιδοτημένες δραστηριότητες υπάρχει ένα λογικό άλμα εάν υποστηρίξουμε ότι αυτό σημαίνει ότι οι δραστηριότητες που δεν επιδοτούνται το ίδιο είναι υποεπιδοτημένες! Και εδώ μπαίνει το μεγάλο εμπόδιο του σοσιαλιστικού προβλήματος υπολογισμού που πρωτοέθεσε ο μπαρμπα-Λουδοβίκος απ'το Μίζες. Δεν είναι, λέει στο άρθρο του Economic Calculation in the Socialist Commonwealth, δυνατό στη γενική περίπτωση για έναν άνθρωπο ή ανθρώπους να υπολογίσουν με επαρκή ακρίβεια ποιός είναι ο βέλτιστος τρόπος κατανομής των κοινών μας πόρων ώστε αυτοί οι πόροι να χρησιμοποιηθούν αποδοτικά. Συνεπώς εάν επιδοτείται η παραγωγή πολιτιστικών αγαθών αυτό συμβαίνει υπό ένα καθεστώς κρίσιμης αβεβαιότητας για την αποδοτικότητα αυτής της επιδότησης και αυτό χωρίς να λάβουμε υπόψη ότι η τέχνη είναι αφ'εαυτή όχι πολύ επιδεκτική αξιολόγησης.

Δεν είναι συνεπώς παράξενο ότι η κρατικά επιδοτούμενη τέχνη συχνά καταλήγει να παρουσιάζεται σε μισοάδεια θέατρα που πουλάνε υποτιμημένα εισητήρια, σε αποθήκες εκδοτικών οίκων γεμάτες με βιβλία που κανένας δεν θέλει να αγοράσει και σε ορδές «καλλιτεχνών» που έχουν μάθει να ταιριάζουν τα καλλιτεχνικά τους προγράμματα στα γούστα της εκάστοτε επιδοτούσας αρχής. Κάτι τέτοιο συμβαίνει ακριβώς για τον ίδιο λόγο που υπερεπιδοτούνται άλλοι τομείς που πιθανώς δεν προσφέρουν τίποτα στο δημόσιο ώφελος, όπως οι αμυντικοί εξοπλισμοί ή η διοργάνωση διεθνών αθλητικών αγώνων. Γιατί ακόμα και εάν είχαν οι κρατικοί λειτουργοί τις καλύτερες των προθέσεων για την έυρεση της βέλτιστης κατανομής των δημόσιων πόρων μας (που και στα πολιτιστικά αγαθά είναι ηλίου φαεινότερο πώς δεν την έχουν) είναι για κακή τους τύχη τόσο δυσεπίλητο το πρόβλημα που είναι εγγυημένο ότι θα κάνουν λάθος, ειδικά όταν τα χρήματα που διαχειρίζονται δεν είναι δικά τους. Αντίθετα η αγορά λόγω του ότι εφαρμόζει έναν μοναδικά αποκεντρωμένο τρόπο λήψεως «αποφάσεων» μπορεί να βρίσκει λύσεις που κανένα κλιμάκιο υπουργών και γενικών γραμματέων δεν θα μπορούσε στα όνειρα της να βρει. Επιπλέον οι επιμέρους αποφάσεις λαβαίνονται από ανθρώπους που διαχειρίζονται οι ίδιοι τα χρήματα τους και κατά συνέπεια ως άτομα είναι σαφέστατα πιο προσεκτικοί απ'ότι οι κρατικοί λειτουργοί.

Έχοντας πει όμως τα παραπάνω πρέπει να πούμε επίσης το εξής: μια κοινωνία που παράγει προστιθέμενη αξία και έχει πλεόνασμα, το μέγεθος του οποίου κρίνεται σε μεγάλο βαθμό από την ελευθερία της αγοράς της, μπορεί και πρέπει να αφήνει ένα μέρος του να «βρέξει» το χώμα όπου πιθανώς φυτρώνουν νέοι καινοφανείς «σπόροι». Υπάρχει κρυμμένη αξία την οποία μόνο κατόπιν εμφανίσεως μπορούμε να αξιολογήσουμε και που συχνά το ρίσκο μας αποθαρρύνει από το να την αναζητήσουμε. Αν υπάρχει πλεόνασμα τότε καλό είναι μέρος του να επενδυθεί προς τον σκοπό της ανακάλυψης αυτής της αξίας. Πόσο μεγάλο μέρος θα πρέπει να επενδυθεί είναι κάτι εξαιρετικά πολύπλοκο να απαντηθεί όμως και εκτός αυτού θα πρέπει πάντα να έχουμε συνείδηση του πιθανού διαστρεβλωτικού χαρακτήρα αυτής της επένδυσης και τελικά the devil is in the details. Βεβαίως συμφέρει μια κοινωνία να χρηματοδοτεί από το υστέρημα της την έρευνα και την ανάπτυξη, την ανάπτυξη των τεχνών κ.λπ. αλλά θα πρέπει πάντα να ανησυχούμε για τον νόμο των αθέλητων συνεπειών αλλά και να έχουμε συναίσθηση των ορίων του υπολογισμού κόστους-οφέλους που έθεσε ο μπαρμπα-Λουδοβίκος. Και όλα αυτά όταν υπάρχει υστέρημα και όχι όταν πέφτουν οι μισθοί γιατί χρωστάμε τα μαλλιά της κεφαλής μας.

Τέλος, η Σουφραζέτα κάνει την παρατήρηση ότι σε καιρούς κρίσης η αριστοκρατική άποψη που θέλει την τέχνη να παράγεται με τα χρήματα των καλλιεργημένων ευγενών αντί του κράτους αποτελεί αντίληψη τύπου μαντάμ Σουσού και άρα άκαιρη. Μπορώ να δεχτώ ότι αυτή η αριστοκρατικού τύπου άποψη έχει παρέλθει και ότι το παλιό μοντέλο χορηγιών στην τέχνη που είχε από μόνο του πολλά προβλήματα δεν πρόκειται να επιστρέψει. Όμως δεν πείθομαι καθόλου ότι η μόνη εναλλακτική σε αυτό είναι ο κρατικά επιδοτούμενος πολιτισμός. Οι καλλιτέχνες αλλά και οι υπόλοιποι παραγωγοί πολιτιστικών αγαθών οφείλουν σε καιρούς κρίσης να προσαρμοστούν και αυτοί όπως προσαρμοζόμαστε όλοι μας. Εάν ο μπάρμπα-Μήτσος ασυνείδητα ενσωμάτωσε μέρος της σκέψης του μπαρμπα-Λουδοβίκου (κάλιο αργά παρά ποτέ) τότε ίσως ήρθε ο καιρός και οι παραγωγοί πολιτιστικών αγαθών να το συνειδητοποιήσουν και αυτοί αντί να τρέχουν πίσω από τη ποδιά του κράτους. Το Ε.KE.ME.Λ πράγματι θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί ιδιωτικώς, ακόμα και από τα δίδακτρα των φοιτητών του, τα οποία εάν υπάρχει υστέρημα από το κράτος θα μπορούσαν π.χ. να επιδοτηθούν demand side για κάθε φοιτητή και όχι επιλεκτικά προς τον σκοπό της λογοτεχνικής μετάφρασης. Σε κάθε περίπτωση, η απευθείας καταβολή των ανύπαρκτων πια χρημάτων των φορολογούμενων στο ΕΚΕΒΙ, στο ΕΚΕΜΕΛ και πλείστους άλλους παραγωγούς πολιτισμού είναι κάτι παραπάνω από παράλογο στη σημερινή συγκυρία.

Enter your email address:

Delivered by FeedBurner
















Join the Blue Ribbon Online Free Speech Campaign








Referrers

Based on original Visionary template by Justin Tadlock
Visionary Reloaded theme by Blogger Templates | Distributed By Magazine Template

Visionary WordPress Theme by Justin Tadlock