Σας έτυχε μήπως να βρεθείτε αυτόπτης μάρτυρας στην έκρηξη οργής του κυρίου James Goodfellow, ευυπόληπτου καταστηματάρχη της Portobello Road, όταν ένας πιτσιρίκος του κατέβαζε την βιτρίνα;
Αν ήσασταν μπροστά στην σκηνή, σίγουρα θα βλέπατε τους παρευρισκόμενους να σταματούν για να παρηγορήσουν τον ατυχή μαγαζάτορα, φέροντας όλοι ένα πανομοιότυπο επιχείρημα: -“Δεν οφελεί σε τίποτα να χαλάτε την διάθεση και την υγεία σας! Αν τα τζάμια παρέμεναν εσαεί άθραυστα, τότε τι τους έχουμε τους τζαμάδες; Κλέφτες θα γίνουν οι άνθρωποι;”
Στο συγκεκριμένο επιχείρημα παρηγορίας υποφώσκει βέβαια μία ολόκληρη θεωρία, η οποία ξεκινώντας από ένα τόσο απλό παράδειγμα φτάνει να επηρεάζει το μεγαλύτερο μέρος των οικονομικών μας θεσμών.
Αν υποθέσουμε πως η επισκευή της ζημίας κοστίζει έξι χρυσές λίρες, τότε σύμφωνα με τα λεγόμενα των παρευρισκομένων το ατύχημα εισφέρει ρευστό στον κύκλο εργασιών του τζαμά – ενθαρρύνει δηλαδή μία εμπορική πράξη αξίας έξι λιρών και κινητοποιεί έναν ολόκληρο κύκλο παραγωγής. Το επιχείρημα φαίνεται λογικό, κεϋνσιανό και εξόχως πειστικό: ο τζαμάς έρχεται, αλλάζει βιτρίνα, λαμβάνει τη νόμιμη αμοιβή και τρίβει τα χέρια του, ευχαριστώντας την καλή του τύχη που τα παιδιά μεγαλώνουν παίζοντας μπάλα και όχι Nintendo Wii... μέχρι τώρα δεν υπάρχει κάτι που να μας ξενίζει.
Ας σταματήσουμε όμως εδώ! Αν φτάναμε στο συμπέρασμα, όπως συχνά γίνεται, πως σε τελική ανάλυση το κατέβασμα των βιτρινών δεν είναι απαραίτητα κάτι κακό, καθώς συμβάλλει στην κυκλοφορία του χρήματος και στην τόνωση της εγχώριας παραγωγής, τότε θα επιχειρούσαμε ένα λογικό άλμα, καθώς ο μυωπικός μας συνειρμός δεν θα λάμβανε υπόψη το μη εύκολα ορατό, την έμμεση δηλαδή οικονομική επίπτωση του ατυχήματος στην οικονομία:
Αυτό που δεν φαίνεται εύκολα, είναι πως ο καταστηματάρχης απέκτησε ένα αγαθό έναντι έξι χρυσών λιρών, τις οποίες πλέον δεν διαθέτει για να αγοράσει κάτι άλλο. Ως αμέτοχοι τρίτοι παραμένουμε στην μοναδική δοσοληψία καταστηματάρχη - υαλουργού και δεν συνεκτιμούμε πως αν δεν υπήρχε η θρυμματισμένη τζαμαρία, ο πρώτος θα αντικαθιστούσε ίσως τα παλιά του παπούτσια, θα αγόραζε ένα βιβλίο του Hayek ή θα επισκεύαζε την ραπτομηχανή της φουκαριάρας της μάνας του. Θα διέθετε εν ολίγοις τα χρήματα αυτά κάπου αλλού, αν δεν είχε μεσολαβήσει το ατύχημα για να τον αποτρέψει. Μία πράξη επομένως, η οποία φαινομενικά εισφέρει στην παραγωγή πλούτου, αν ειδωθεί στο ευρύτερο πλέγμα οικονoμικών σχέσεων παραμένει πράξη που βλάπτει όχι μόνο τον κο Goodfellow, αλλά και τον παπουτσή ή και τον βιβλιοπώλη του Notting Hill.
Το παράδειγμα της σπασμένης βιτρίνας εξήνεγκε πρώτος το 1850 ο οικονομολόγος Frédéric Bastiat στο δοκίμιο “Ce qu'on voit et ce qu'on ne voit pas”, σε μία προσπάθεια να σχηματοποιήσει τις έμμεσες εξωτερικότητες μιας εμπορικής συναλλαγής. Έκτοτε χρησιμοποιείται ως κλασσικό επιχείρημα της αυστριακής σχολής σκέψης, με προεκτάσεις που αγγίζουν ιδιαίτερα αισθητά την επικαιρότητα.
Είναι για παράδειγμα πιθανό το σενάριο ο πιτσιρικάς να βρισκόταν σε προσυνεννόηση με τον τζαμά, ο οποίος και αντλεί ιδιαίτερο συμφέρον από την καταστροφή. Σε ρόλο υαλουργού μπορούν κάλλιστα να υπεισέλθουν τα εκάστοτε συντεχνιακά συμφέροντα, ενώ τη λειτουργία του μικρού βαγκαμπόντη επιτελεί το κράτος: Οι συντεχνίες απαιτούν επιδόματα και προνόμια και η κυβέρνηση στρέφεται στον φορολογούμενο Mr. Goodfellow, υποχρεώνοντας τον να επενδύσει τις ωραίες του χρυσές λίρες σε αγαθά αλλότρια. Οι αποδέκτες επωφελούνται και οι παρευρισκόμενοι μένουν με την εντύπωση πως η κυβερνητική παρέμβαση παράγει οφέλη για το κοινωνικό σύνολο, αδυνατώντας να εντοπίσουν το κόστος ευκαιρίας - τα διαφυγόντα δηλαδή έσοδα από την μη πραγματοποίηση μιας εναλλακτικής επένδυσης.
Ίσως επειδή το κόστος αυτό δεν γίνεται άμεσα αντιληπτό και ίσως επειδή αρεσκόμαστε να ελέγχουμε το κοινό ταμείο με την ελαφρότητα αργόσχολου περαστικού της Portobello Road, ίσως γιαυτό λησμονούμε τόσο εύκολα πως κάθε τι απαιτεί μια θυσία και πως καλώς ή κακώς ακόμα δεν εφηύραμε κάτι που να λέγεται δωρεάν γεύμα. Η βιτρίνα της Portobello Road όμως σπάει όλο και συχνότερα και τα σπασμένα καλούμαστε να τα πληρώσουμε εμείς.
Ίσως επειδή το κόστος αυτό δεν γίνεται άμεσα αντιληπτό και ίσως επειδή αρεσκόμαστε να ελέγχουμε το κοινό ταμείο με την ελαφρότητα αργόσχολου περαστικού της Portobello Road, ίσως γιαυτό λησμονούμε τόσο εύκολα πως κάθε τι απαιτεί μια θυσία και πως καλώς ή κακώς ακόμα δεν εφηύραμε κάτι που να λέγεται δωρεάν γεύμα. Η βιτρίνα της Portobello Road όμως σπάει όλο και συχνότερα και τα σπασμένα καλούμαστε να τα πληρώσουμε εμείς.
3 σχόλια:
Μου διηγήθηκε κάποτε, το πρόβλημα να παρουσιάζεται για πρώτη φορά σε μαζική κλίμακα πολιτικής οικονομίας, ένας βετεράνος των Διεθνών Ταξιαρχιών του ισπανικού εμφυλίου.
Υπήρξε μια ισχυρή σύγκρουση στη κυβέρνηση μεταξύ αναρχικών και κομμουνιστών όταν οι πρώτοι υποστήριζαν ότι τα μπουκάλια δεν πρέπει να επιστρέφονται αλλά να καταστρέφονται για να κινείται διαρκώς η παραγωγή των εργοστασίων υάλου. Οι κομμουνιστές το θεωρούσαν ηλίθια καταστροφή πλούτου που αλλιώς θα μπορούσε να επενδυθεί και να φέρει νέο πλούτο….
Δεν θυμάμαι τη συνέχεια του προβλήματος αλλά μάλλον το έλυσε ο… Φράνκο!
Στέργιος
- Πολύ καλό παράδειγμα... ανευθυνότητος.
- Πιστεύω οτι οι περισσότεροι πλέον καταλαβαίνουν την ματαιότητα τέτοιων πράξεων, άν και πάρα-πάρα-πολλοί, μάλλον νέοι (και άπειροι) νομίζουν οτι καταστρέφοντας τα πάντα, οι οικονομία θα πάει μπροστά και δεν θα επωφεληθεί κάποιος νέος "τζαμάς".
(δεν φωνάζουν καλύτερα έναν "καθρεπτά"???)
Δημοσίευση σχολίου