H μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατία επέλεξε την αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των αδυνάτων με τη φορολόγηση των πλουσίων και ισχυρών. Ωστόσο, παρά τις υψηλές προσδοκίες για έναν καπιταλισμό με ισχυρή πολιτική παρέμβαση προς την κατεύθυνση της αναδιανομής, τα αποτελέσματα ήσαν εξίσου φτωχά, αν όχι τελείως αντίστροφα από τις αρχικές προθέσεις. H ανισοκατανομή του εισοδήματος δεν διορθώθηκε σημαντικά, ενώ από την άλλη πλευρά οικοδομήθηκε μια ασύμμετρα υπερμεγέθης γραφειοκρατία που κατασπαταλά για τον εαυτό της το μεγαλύτερο μέρος του προϊόντος της αναδιανομής για την αναπαραγωγή της και την επαύξησή της. Τελικά για την ιστορική περιπέτεια της παραδοσιακής μεταπολεμικής σοσιαλδημοκρατίας μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο εξισωτικός της ζήλος εξαντλήθηκε στην υλοποίηση ενός πλήθους μεταβιβαστικών πληρωμών που δεν κατέληγε στους φτωχούς, αλλά στους γραφειοκράτες. Υπό το πρίσμα αυτό η απόπειρα των εν Ελλάδι σοσιαλδημοκρατών να επαναφέρουν το αίτημα για τη θέσπιση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος κρίνεται άστοχη, διότι δεν εννοούν να κατανοήσουν την αναντιστοιχία που προκύπτει από τη συσσωρευμένη ιστορική εμπειρία αλλά και από τη σύγχρονη επιστημονική γνώση μεταξύ του επιθυμητού στόχου της εξομάλυνσης της ανισότητας και της ορθολογικής αδυναμίας επίτευξης της. H σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία το διαπίστωσε αυτό με τα παραδείγματα διακυβέρνησής της τόσο με τον Κλίντον όσο και με τον Μπλερ. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης απέπεμψε σχετική νομοθετική πρωτοβουλία που πήγασε από τα ενδότερα του ΠαΣοΚ εν τω μέσω της εκσυγχρονιστικής διακυβέρνησης.
Από την άλλη πλευρά είναι νομοθετημένο στη χώρα μας ένα ισχυρό αφορολόγητο για ένα μεγάλο αριθμό χαμηλόμισθων που απολαμβάνουν το σύνολο των δημόσιων αγαθών χωρίς να συνεισφέρουν. Αυτή είναι η ισχυρότερη μορφή εγγυημένου εισοδήματος που ήδη παρέχεται στους αδύναμους της κοινωνίας μας. Αν λοιπόν υπάρχει μια πραγματική πρόκληση για τους υπερασπιστές της σοσιαλδημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, αυτή είναι η βελτίωση της ποιότητας της παροχής των δημόσιων αγαθών και η αύξηση του αφορολογήτου στο μεγαλύτερο δυνατό επίπεδο. Αντίθετα η συνταγματική εξαγγελία εξισωτικών αιτημάτων που επέλεξε η ηγεσία του ΠαΣοΚ παραπέμπει και παλινδρομεί τη χώρα μας σε έναν απηρχαιωμένο και ανεδαφικό αριστερό μαξιμαλισμό που πλήττει πρώτα και κύρια τους φτωχούς και τους αδύνατους παρά το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι τους κολακεύει για ένα αύριο που όμως εν τέλει δεν μπορεί να τους εκπληρώσει.
Rooster Edit: To παραπάνω κείμενο αποτελεί την παρέμβαση του Πάνου Ευαγγελόπουλου στον διάλογο του Βήματος για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, εν όψει της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης. Ο Πάνος Ευαγγελόπουλος διδάσκει στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το κείμενο μπορείτε να το βρείτε εδώ, όπως και την αντίστοιχη παρέμβαση του Νίκου Χαριτάκη, επίκουρου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
4 σχόλια:
Μα είναι πλέον τεκμηριωμένο ότι τα μέτρα που λαμβάνονται δήθεν υπέρ των οικονομικώς αδυνάτων καταλήγουν, τουλάχιστον στην Ελλάδα, να παίρνουν πόρους από τους οικονομικώς αδυνάτους και να τους δίνουν στους σχετικώς ευπόρους. Η επιβάρυνση (ασφαλιστική και φορολογική, άμεση και έμμεση) της νομίμου μισθωτής εργασίας στον ιδιωτικό τομέα είναι τόση ώστε τείνει να την εξαφανίσει. Οπότε, τα μέτρα αυτά πρέπει να αρθούν κυρίως στο όνομα της πραγματικής κοινωνικής δικαιοσύνης και όχι της κοινωνικής δικαιοσύνης για τα δελτία των ΜΜΕ, βάσει της οποίας ελήφθησαν και εξακολουθούν να ισχύουν.
των ΜΜΕ κε Γεωργάνα, που αγωνίζονται για να μπορεί ο καφές στη Γλυφάδα να κοστίζει όσο και στα Ηλίσια Πεδία. Πραγματικά θυμίζουν εποχές "Τσοβόλα δώστα όλα" , αλλά μήπως και ο ελληνικός λαός με κάτι τέτοια δε συγκινείται, κάτι τέτοια δεν τον στέλνουν στην κάλπη;
Όντως ο θεσμός του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος είναι μεγάλη κοροϊδία και νομίζω προκαλεί και ανωμαλία στην υποκειμενική αξία της μισθολογικής ιεραρχίας.
Και σε τί βοήθησε το φιλελεύθερο οικονομικό σύστημα της Αμερικής του οικονομικά αδύνατους;
Η Αμερική έχει, μετά το Μεξικό το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό παιδικής φτώχειας (21.9%) στις χώρες του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με στοιχεία της UNICEF.
Το χαμηλότερο ποσοστό το έχουν οι Σκανδιναβικές χώρες (Δανία 2,4%)
Δείτε την έκθεση της UNICEF
http://www.unicef.gr/reports/rc06/rc06.php
Δημοσίευση σχολίου