Νέο Άρθρο
Στην περίφημη παραβολή του Καλού Σαμαρείτη (Λουκάς 10: 25-37) o Σαμαρείτης δεν αποφεύγει τον ετοιμοθάνατο Ιουδαίο όπως ο Ιερέας και ο Λευίτης πριν από αυτόν αλλά τον λυπάται (“εσπλαγνίσθη”), χωρίς κανένα δισταγμό τον φροντίζει με τρυφερότητα (“κατέδησε τα τραύματα αυτού επιχέων έλαιον και οίνον”) και τον μεταφέρει στο πλησιέστερο πανδοχείο για να νοσηλευθεί, φροντίζοντας μάλιστα να πληρώσει και τον λογαριασμό.
Ο νομικός στον οποίο απευθύνεται ο Χριστός στην παραβολή αυτή θα πρέπει να βρέθηκε σε εξαιρετικά δυσάρεστη θέση. Έκανε μια απλή ερώτηση και έλαβε μία ιδιαίτερα πολύπλοκη αν όχι ενοχλητική απάντηση. Η ιδέα πως ένας Σαμαρείτης αποτελεί πρότυπο συμπεριφοράς ήταν σίγουρα προβληματική για το κοινό που παρακολουθούσε και ένιωθε περιφρόνηση γι’ αυτήν την περιθωριακή εθνότητα. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που θα προβλημάτισε το νομικό και προβληματίζει κι εμάς σήμερα: ποιος ήταν ο λόγος που έκανε τον Σαμαρείτη να φερθεί με τον τρόπο αυτό και μάλιστα σε κάποιον που το πιο πιθανό ήταν ότι δεν θα έκανε το ίδιο γι’ αυτόν; Είναι βέβαιο ότι ο Ιουδαίος όταν θα συνερχόταν θα ένιωθε πολύ άβολα που δεν τον έσωσε ένας συμπατριώτης του αλλά ένας Σαμαρείτης – αλλά κατά πάσα πιθανότητα δεν θα βρισκόταν στη δύσκολη θέση να τον ευχαριστήσει γιατί μάλλον δεν θα τον έβλεπε ξανά. Η πράξη του Σαμαρείτη δεν θα είχε ανταπόδοση.
*Κάντε κλικ εδώ για να διαβάσετε τη συνέχεια και να σχολιάσετε*